Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

29 Οκτ 2011

Η ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΠΛΟΥΖ-ΜΕΡΟΣ Β’ ROBERT JOHNSON: ΘΡΥΛΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

Του Δημήτρη Επικούρη

I went to the crossroad
Fell down on my knees
I went to the crossroad
Fell down on my knees
Asked the Lord above "Have mercy now,
Save poor Bob, if you please"
"Crossroads Blues" -ROBERT JOHNSON

Πολλά έχουν γραφτεί για τον Robert Johnson, το θρύλο του μπλουζ. Αυτό το
κείμενο, είναι ουσιαστικά μία απόπειρα να εξετάσει περισσότερο ιστορικά και
λιγότερο φολκλορικά-μυθολογικά τη ζωή του.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Robert Johnson γεννήθηκε στις 8 Μαϊου του 1911 στο Hazelhurst, του
Μισσισσιππή από την Julia Dodd και τον Noah Johnson. Ο πατέρας του σχεδόν
αμέσως τους εγκατέλειψε με αποτέλεσμα ο Robert να μην τον γνωρίσει ποτέ. Η
μητέρα του είχε άλλα επτά παιδιά, τα περισσότερα αγνώστου πατρός. Τα
επώνυμα της μητέρας της άλλαζαν κατά καιρούς μιας και υιοθετούσε όχι μόνο τα
επώνυμα των ανδρών που παντρευόταν αλλά και των ανδρών με τους οποίους
κατά καιρούς συζούσε. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιο ήταν το
πατρικό της επώνυμο αν και πολλοί ισχυρίζονται πως ήταν το Major. Όσο εκείνη
όσο και ο γιος της ο Robert, κυκλοφορούσαν με διάφορα επώνυμα στην περιοχή
του Δέλτα όπως Leroy, Dodds, Saxton, και Sax. Πάντως είναι γενικά παραδεκτό
από διάφορους μελετητές της ιστορίας του Robert Johnson πως η μητέρα του,
του αποκάλυψε το όνομα του πραγματικού του πατέρα την εποχή του μεγάλου
οικονομικού κραχ των ΗΠΑ, όταν πλέον λευκοί και μαύροι από κοινού βίωναν
την απόλυτη εξαθλίωση και δυστυχία.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως ο Robert δεν υιοθέτησε το
επώνυμο Johnson λόγω του πατέρα του αλλά λόγω ενός μουσικού που τον
επηρέασε εξαιρετικά. Αυτός ήταν ο Lonnie Johnson. Ο Lonnie Johnson όπως και
οι Skip James, Koko Arnold, Blind Lemon Jefferson, Son House αποτέλεσαν τις
κύριες μουσικές επιρροές του τότε νεαρού Robert.
Μετά την απροειδοποίητη εγκατάλειψή της από τον πατέρα του Robert, η Julia
επανασυνδέθηκε με τον Charles Spencer, για πολλούς τον πρώτο της σύζυγο, για
άλλους τον άνδρα που προηγήθηκε του Noah Johnson. Στη συνέχεια πάντως, η
Julia γνώρισε τον Willie "Dusty" Willis, έναν αγρότη που είχε όμως τη δική του
οικογένεια. Η Julia και ο νεαρός γιός της μετακόμισαν στο αγρόκτημα που
δούλευε ο Willie "Dusty" Willis και ζούσαν όλοι μαζί σαν μία οικογένεια μέχρι
που ο Robert έγινε 18 χρονών. Σαν εκτός γάμου παιδί, αντιμετώπισε ιδιαίτερα
προβλήματα από την οικογένεια του Willis και αυτός αλλά και η μητέρα του ώστε
να αναγκάζονται προσωρινά να αλλάζουν τόπους διαμονής προς εύρεση
εργασίας σε μέρη γύρω από το Δέλτα του Μισσισσιππή αλλά στο τέλος και πάλι
να επιστρέφουν στο αγρόκτημα. Μερικές φορές μάλιστα, ο Willis και η επίσημη
γυναίκα του αλλά και τα παιδιά τους ήταν τόσο εχθρικοί απέναντι στον Robert
που ο ίδιος αναγκαζόταν να ζητά προστασία σε γείτονες και φίλους της μητέρας
του.
Αμέσως μόλις ενηλικιώθηκε, ο Robert παντρεύτηκε τη Virginia Travis που
δυστυχώς πέθανε ενώ εγκυμονούσε, τον Απρίλη του 1930. Αυτό, σημάδεψε τον
Robert που έπεσε σε μεγάλη μελαγχολία και αφοσιώθηκε για τα καλά στη
μουσική εγκαταλείποντας οριστικά τα αγροκτήματα στα οποία περιστασιακά
εργαζόταν.

ΤΑ ΜΠΛΟΥΖ ΤΟΥ ROBERT JOHNSON
Ακόλουθός του στις μουσικές του περιπλανήσεις ήταν ο καρδιακός του φίλος ο
Willie Brown που αρεσκόταν στο να κάθεται μαζί του σε διάφορες επιτύμβιες
στήλες μέσα σε νεκροταφεία και να συνθέτουν μαζί τραγούδια πίνοντας
moonshine ( άρθρο: «Robert Johnson and the Crossroad Curse»). Ο Robert έμαθε
να παίζει slide όταν παρακολούθησε τον Son House τον οποίο και συνόδεψε
μουσικά σε αρκετά juke joints της περιοχής του Δέλτα. Ανέπτυξε όμως τη δική
του τεχνική η οποία αργότερα ενέπνευσε πάρα πολλούς μαύρους και λευκούς
μουσικούς. Έπαιξε επίσης με τον Charlie Patton και τον Sonny Boy Williamson. O
Robert σαν καλλιτέχνης ήταν τελειομανής και ανικανοποίητος με τις επιδόσεις
του. Ήθελε πάντοτε να ξεπερνά τον εαυτό του και δεν αρεσκόταν σε μερικά
θετικά σχόλια και μια σχετικά καλή φήμη που είχε αποκτήσει το όνομά του. Έτσι
λοιπόν, έκανε ότι ήταν δυνατόν από πλευράς μουσικής και εκτελεστικής
δεινότητας, να γίνει ο πιο καταξιωμένος καλλιτέχνης μπλουζ στο Deep South.
Σύμφωνα με το άρθρο «Robert Johnson and the Crossroad Curse», η υποτιθέμενη
συμφωνία που έκανε με το διάβολο οφειλόταν σε κακές φήμες που επίτηδες
κυκλοφορούσαν από τα στόματα συναδέλφων του μουσικών επειδή σε πολύ
λίγο χρόνο, τους είχε όλους ξεπεράσει σε φήμη και δόξα. Οι φήμες αυτές βρήκαν
αρκετά πρόσφορο έδαφος στο Δέλτα του Μισσισσιππή μιας και οι κοινότητα των
μαύρων εκεί ήταν βαθειά θρησκευόμενη αλλά και απαίδευτη. Έτσι λοιπόν, το
γεγονός ότι κάποιος πούλησε την ψυχή του στο διάβολο με αντάλλαγμα τη φήμη
και τη δόξα αλλά συνάμα και την μουσική ικανότητα, ήταν όχι μόνο κάτι που
εύκολα έγινε πιστευτό αλλά και αποτέλεσε και θέμα καθημερινής κουβέντας των
κατοίκων που λόγω των κοινωνικών συνθηκών που επικρατούσαν στον τόπο
τους, αναζητούσαν τέτοιου τέτοιου είδους θέματα, βουτηγμένα στο μύθο, το
φόβο, την προκατάληψη και τη δοξασία για σχολιασμό. Μάλιστα, κυκλοφόρησε
και η φήμη πως ο Robert Johnson είχε θυμώσει με το θεό που του στέρησε τη
γυναίκα του και το παιδί του και αποφάσισε να συνεργαστεί με τον διάβολο. Έτσι
λοιπόν, σύμφωνα με το θρύλο, ο παραλογισμός και έλλειψη θρησκευτικής
πίστης οδήγησαν τον Robert Johnson στη διασταύρωση των αυτοκινητόδρομων
61 και 49 στο Clarksdale του Μισσισσιππή. Εκεί λοιπόν, σύμφωνα πάντα με το
θρύλο, έπαιξε ένα αρχέγονο άσμα (ancient incantation) με το οποίο καλούσε τον
διάβολο να έρθει από την κόλαση. Ο διάβολος εμφανίστηκε, κούρντισε την
κιθάρα του Robert Johnson, έπαιξε λίγο και του την παρέδωσε. Από τη στιγμή
εκείνη, ο Robert Johnson άρχισε να παίζει κιθάρα με έναν εντελώς ξεχωριστό
τρόπο (Unearthly guitar style, όπως μας λέει το άρθρο «Robert Johnson and the
Crossroad Curse») με τα δάχτυλά του κυριολεκτικά να χορεύουν πάνω στις
χορδές. Η δε φωνή του, άλλαξε ριζικά και απέκτησε μια χροιά βογγητού-
παραπόνου που αργότερα η θρησκόληπτη κοινότητα του Δέλτα απέδωσε στη
βαθειά λύπη ενός καταδικασμένου αμαρτωλού για τον οποίον η κόλαση ήταν
μονόδρομος.

OI ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΕΙΣ
Το 1936, ο Robert Johnson ήρθε σε επαφή με τον παραγωγό της American Record
Company, τον Don Law που του προσέφερε 10 έως και 15 δολάρια για το κάθε
τραγούδι που θα ηχογραφούσε. Η πρώτη ηχογράφηση έγινε στο ξενοδοχείο
Gunter στο San Antonio του Τέξας. Εκεί ο Robert Johnson έπαιξε και ηχογράφησε
τις δικές του συνθέσεις αλλά και κάποιες συνθέσεις άλλων bluesmen. Η
ηχογράφηση έγινε στις 23, 26 και 27 Νοεμβρίου του 1936.
Η φήμη όμως του Johnson ως γυναικά και σαματατζή οδήγησε την αστυνομία
στο να τον συλλάβει και να τον βάλει στη φυλακή. Κατά τη διάρκεια της
κράτησής του, οι αστυνομικοί του έσπασαν την κιθάρα και τον έδειραν. Ίσως
βέβαια και η σύλληψή του να ήταν ένας καλά καμουφλαρισμένος ρατσισμός, ένα
official lynching αν θέλετε. Ας θυμηθούμε τις άγριες εποχές του ξυλοδαρμού των
μαύρων πλανόδιων μουσικών και όχι μόνο, τις επιθέσεις που δέχονταν από
λευκούς θρησκόληπτους «οικογενειάρχες», ο οποιοσδήποτε είχε σκούρο χρώμα
και τριγυρνούσε αργά το βράδυ. Φοβούμενος ότι θα του σακάτευαν τα χέρια και
τα δάκτυλα, ο Robert Johnson ζήτησε από τους αστυνομικούς να επικοινωνήσουν
με τον παραγωγό του. Εκείνος πλήρωσε για να αφεθεί ο τραγουδιστής
ελεύθερος εξηγώντας πως επρόκειτο για σπουδαίο καλλιτέχνη που πριν λίγες
ώρες είχε ηχογραφήσει τα τραγούδια του.
Ο Robert Johnson ηχογράφησε το “Crossroads Blues” και μερικά άλλα τραγούδια
τις επόμενες μέρες και οριστικά εγκατέλειψε την πόλη του San Antonio.
To 1937 έκανε ακόμα μερικές ηχογραφήσεις στο Brunswick Record Building στο
Dallas του Τέξας ενώ στις 19 και 20 του Ιούνη, ηχογράφησε 12 ακόμα τραγούδια
για τον Don Law. Πολλά από αυτά ήταν διαφορετικές εκδοχές προηγούμενων
τραγουδιών. Όπως και πριν, ο Robert πήρε λίγα μετρητά και τίποτε άλλο. Η
έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας προφανώς του ήταν άγνωστη. Ο Don Law
σχεδίαζε μερικές ακόμη ηχογραφήσεις αλλά οι εξελίξεις στη ζωή του Robert
Johnson ήταν τέτοιες που δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ.
O Robert Johnson συνέχισε να ζει την πολυτάραχη ζωή του παίζοντας μουσική,
ξετρελαίνοντας γυναίκες και φλερτάροντας επικίνδυνα με το θάνατο.
Ο θρύλος μας λέει ότι ένας ζηλιάρης σύζυγος του οποίου ο Robert είχε
ξελογιάσει τη γυναίκα, του έβαλε στρυχνίνη στο whisky του ενώ βρισκόταν σε
ένα μπαρ μαζί με τον Sonny Boy Williamson. Οι φήμες λένε ότι είτε κάποιος
άλλος φίλος είτε ο ίδιος ο Sonny Boy Williamson τον προειδοποίησαν να μην
πιει από το whisky που του είχαν σερβίρει αλλά αυτός δεν άκουσε κανένα. Έτσι
στις 16 Αυγούστου του 1938, ο Robert Johnson πεθαίνει ενώ υπέφερε για πολλές
μέρες από σπασμούς. Μέχρι και σήμερα δεν είναι γνωστός ο τόπος ταφής του.
Για παράδειγμα, στην πολιτεία του Μισσισσιππή, υπάρχουν δύο τάφοι σε δύο
διαφορετικά σημεία που και οι δύο υποτίθεται πως ανήκουν στον Robert
Johnson.
To 1986, o Robert Johnson μπήκε στο Rock And Roll Hall Of Fame ενώ στις 17
Σεπτεμβρίου του 1994, το Αμερικανικό ταχυδρομείο εξέδωσε γραμματόσημο με
το πρόσωπό του.

Ο ΘΡΥΛΟΣ
Το ραντεβού με το διάβολο απέκτησε θρυλικές κοινωνικοψυχολογικές
διαστάσεις. Ο αδερφός του λιγότερου γνωστού Bluesman Tommy Johnson,
(καμία συγγένεια με τον Robert Johnson), ο LeDell Johnson, ισχυρίσθηκε πως ο
αδερφός του ήταν αυτός που είχε ραντεβού με το διάβολο και όχι ο Robert
(Katherine Yronwode-“Hoodo in Theory and Practice”).
Μάλιστα, ο Tommy Johnson μας εξηγεί πως αυτό το ραντεβού μπορεί να
πραγματοποιηθεί.
"If you want to learn how to make songs yourself, you take your guitar and you
go to where the road crosses that way, where a crossroads is. Get there, be sure
to get there just a little 'fore 12 that night so you know you'll be there. You have
your guitar and be playing a piece there by yourself...A big black man will walk
up there and take your guitar and he'll tune it. And then he'll play a piece and
hand it back to you. That's the way I learned to play anything I want."
from "Tommy Johnson" by David Evans (London: Studio Vista, 1971)
Σύμφωνα με την Katherine Yronwode, το τραγούδι του Robert Johnson είναι για
το ωτο-στοπ (hitch-hiking) και όχι για τη συνάντηση με το διάβολο. Η
συγγραφέας επιμένει πως η κατασκευή αυτού του θρύλου οφείλεται στον
συγγραφέα Robert Palmer που μετέφερε τις αφηγήσεις του Tommy Johnson στο
πρόσωπο του πιο γνωστού και πιο καταξιωμένου συναδέλφου του Robert.
Μάλιστα ισχυρίζεται πως ο Robert δεν ήταν μυημένος στην hoodoo λατρεία και
συνεπώς δεν θα μπορούσε ποτέ να γράψει ένα τραγούδι με τέτοιες αναφορές.
Εξάλλου, ποτέ ο Robert Johnson δεν ισχυρίστηκε ότι γνώριζε ή είχε μυηθεί στη
hoodoo λατρεία. Ο Tommy Johnson όμως το είχε ισχυριστεί αυτό πολλές φορές.
Τι σόι πλάσμα ήταν τελικά στο «Σταυροδρόμι;»
Στις πολυθεϊστικές θρησκείες και ιδιαίτερα στις θρησκείες των Γερμανικών λαών
πριν τον χριστιανισμό υπήρχε μία θεότητα (Der Teufel ) ανάλογη με αυτή του
θεού Πανός των αρχαίων Ελλήνων. Επρόκειτο για ένα παιχνιδιάρη θεό που
ανακατευόταν με τους θνητούς, τους μάθαινε τρόπους να χαίρονται τη ζωή και
να απολαμβάνουν τα δώρα της φύσης. Αυτός ο παιχνιδιάρης θεός ήταν
«δαίμων» και όχι «διάβολος» που σημαίνει όχι κατ’ ανάγκη κάτι το κακό. Στην
αρχαιότητα, «δαίμονες» ονόμαζαν διάφορες υπεράνθρωπες θεότητες που
προκαλούσαν και κακό και καλό (ας θυμηθούμε τη λέξη «ευδαιμονία»). Στη
θρησκεία των Mayas έχουμε το θεό Maam που προστατεύει τα σταυροδρόμια.
Στην πολυθεϊστική Αφρική, έχουμε μια πολύ μεγάλη σειρά από παρόμοιους
«θεούς» που απαντώνται σε σταυροδρόμια, τα φυλάσσουν και διδάσκουν στους
περαστικούς τη σοφία αλλά και την τέχνη της μουσικής. Είναι πνεύματα σοφά
και επιτελούν το ρόλο του διδασκάλου. Τα δε ονόματά τους ποικίλουν ανάλογα
με τη φυλή και τη διάλεκτο: Legba, Ellegua, Elegbara, Eshu, Exu, Nbumba Nzila,
και Pomba Gira. Προφανώς λοιπόν, ο εκχριστιανισμός των μαύρων της Αφρικής
δημιούργησε μία ανάγκη ενσωμάτωσης των πατρώων θρύλων και των
παραδόσεων των μαύρων με τη νέα τους θρησκεία. Έτσι λοιπόν μας προέκυψε η
ιστορία με το “Crossroads”.
Συμπεράσματα (δικά μου)
Ο Robert Johnson ήταν ένα φυσικό ταλέντο, ένας γεννημένος μουσικός που
γεννήθηκε σε ένα εξαιρετικά στερημένο οικογενειακό αλλά και κοινωνικό
περιβάλλον. Το ταλέντο αλλά και η φήμη του ενόχλησαν συναδέλφους του που
για να τον κακολογήσουν δημιούργησαν μία πλασματική ιστορία βασισμένη στη
hoodo λατρεία (το κράμα που προέκυψε από την ανάμειξη του χριστιανισμού με
τις παραδόσεις και τους θρύλους που έφεραν οι Αφρικανοί σκλάβοι μαζί τους).
Μέχρι και σήμερα πάντως, επιχειρείται η «εκμετάλλευση» αυτής της ιστορίας με
το διάβολο και το «Σταυροδρόμι» αποδίδοντας την τραγωδία των Lynyrd
Skynyrd, το θάνατο του γιου του Eric Clapton, την ασθένεια του Peter Green, το
θανατηφόρο ατύχημα του Duane Allman των Allman Brothers στο γεγονός ότι
τραγούδησαν ένα «στοιχειωμένο τραγούδι, το “Crossroads Blues”.
Όλα αυτά βέβαια κινούνται στην εκτός πραγματικότητας σφαίρα, τη σφαίρα του
θρύλου. Άλλο η ιστορία και άλλο ο θρύλος. Έχει όμως και ο θρύλος την αξία
του...........