Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

19 Σεπ 2015

Γιώργος Μαρκόπουλος: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Γιώργος Μαρκόπουλος (γενν. 1951, Μεσσήνη) είναι ένας από τους σπουδαιότερους ποιητές της πατρίδας μας. Έχει κυκλοφορήσει επτά ποιητικές συλλογές, μία συλλογή με πεζά, δύο τόμους με κείμενά του για το έργο άλλων ποιητών, δύο μονογραφίες (για το ποδόσφαιρο στην ελληνική ποίηση και για το έργο του Τάσου Λειβαδίτη), ενώ έχει επιμεληθεί βιβλία γύρω από την ποίηση. Το 1996 τιμήθηκε με το Βραβείο Καβάφη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Το 1999 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του Μη σκεπάζεις το ποτάμι, η οποία, στη συνέχεια, ήταν υποψήφια για το Ευρωπαϊκό Αριστείο του 2000. Το 2011 τιμήθηκε και πάλι με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης, για τη συλλογή του Κρυφός κυνηγός, και με το βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων από το 1982.
Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί η συλλογή Ποιήματα 1968-2010;
Πρώτον, από απόψεως πρακτικής, είναι σαφώς καλύτερο να είναι όλες οι συλλογές συγκεντρωμένες σε έναν τόμο, παρά να είναι εγκατεσπαρμένες σε διαφόρους εκδοτικούς οίκους και, μάλιστα, οι περισσότερες από χρόνια εξαντλημένες. Κατά δεύτερον, ο άλλος λόγος που με ώθησε, όπως επισημαίνω και στον πρόλογο, είναι ότι μου δόθηκε η ευκαιρία να κάνω μια αυστηρή επιλογή αλλά και να βελτιώσω στίχους, καθότι πιστεύω ότι, από τότε που ξεκίνησα να γράφω, επεξεργάζομαι και συμπληρώνω μία και την αυτή συλλογή.
Γράφετε ότι «Οι λύκοι δεν κατοικούν στα βουνά. Τριγυρνάνε στις πόλεις την άνοιξη ανάμεσα στο αμέριμνο πλήθος. Οι λύκοι σε παρακολουθούν τα βράδια που είσαι μόνη. Μην τρομάξεις, ποτέ δεν θα τους δεις». Η ζωή είναι γεμάτη φόβους και ανασφάλειες. Μερικά πράγματα όμως έχουμε το ένστικτο να τα αποφύγουμε;
Οι λύκοι υπάρχουν πολλές μα πάρα πολλές φορές και σε πολλά άλλα ποιήματά μου, συμβολίζοντας την άγρια ερημιά κάθε έμψυχου όντος. Εδώ, στον στίχο αυτό, συμβολίζουν τη βαθύτατη μοναξιά που κρυβόταν στην καρδιά των εφήβων της εποχής μου, που οι σχέσεις με τις γυναίκες ήσαν δύσκολες, και γυρνούσαμε έτσι στους δρόμους και στις φτηνές ταβέρνες, χωρίς ένα χέρι τρυφερό, να ζεσταίνει το δικό μας, επίσης τρυφερό.
O ρόλος της ποίησης είναι ιαματικός· γλυκαίνει την ψυχή και μας οδηγεί στον δρόμο της ομορφιάς. Αυτό βεβαίως, σε κάθε εποχή, μπορεί αναμφισβήτητα να μας βοηθήσει «να ανέβουμε λίγο ψηλότερα».

Η συνέχεια εδώ