Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

2 Αυγ 2017

Σωτήρης Σαράκης, Η Φωτογραφία

Κι εκεί που γύριζα παλιές
φωτογραφίες στο σκονισμένο
άλμπουμ πέφτω απάνω
σ’ ένα μωρό που γύριζε
στραβό το πρόσωπό του, αρνιόταν
τη φωτογραφία, με κλάματα, με γοερές
κραυγές αντιστεκόταν

ήμουν εγώ, θυμήθηκα
καλά την ιστορία, πως ένας
φωτογράφος έτυχε στ’ αποκλεισμένα
μέρη μας κι αδράξαν οι γονείς την ευκαιρία
να με φωτογραφίσουν, όμως …
ήμουν αρνητικός, για να το πούμε
όσο γίνεται κομψά, και μ’ όλο
το έκτοτε γνωστό μου πείσμα
τα στύλωσα θα λέγαμε αν είχα
προλάβει να σταθώ στα δυο μου
πόδια, κράτησα
με νύχια και με δόντια
θα λέγαμε αν δεν ήταν απαλά
τα νύχια μου κι ανύπαρχτα
τα δόντια, κράτησα ανόθευτη
την ορισμένη μου προσωρινότητα

έφυγε άπρακτος ο φωτογράφος, δεν
τραβήχτηκε η φωτογραφία, όμως γιατί
γιατί τόσες φορές τη συναντώ
μες στις κανονικές φωτογραφίες, γιατί
τη βλέπω τόσο καθαρή, πιο καθαρή
απ’ τις κανονικές, κι αρχίζει τότε
μια μακρόσυρτη κουβέντα
με τους νεκρούς γονείς μου, να τους εξηγώ
μ’ ένα σωρό επιχειρήματα πως τίποτα
δε χάσαν, να μου λένε
πως θέλαν να τη στείλουν στον
νουνό μου, εδώ σαρκάζω πως αυτός
δεν είχε κι άλλη έγνοια με τα δεκάδες
βαφτιστήρια, το γνωρίζουν, δυσκολεύονται
να το παραδεχτούν και μου επιμένουν
πως θα ’μενε η φωτογραφία κι έχω κάθε λόγο
να υποστηρίζω πως μυριάδες
άνθρωποι που ποτέ τους δεν
φωτογραφήθηκαν τίποτα περισσότερο
δεν πάθαν απ’ τους φωτογραφημένους,
γελούν, κι ευθύνες δε μου ρίχνουν
γιατί ήμουν νήπιο (κάποια φορά
να τους ρωτήσω πόσων ακριβώς
μηνών) και συνεχίζω, τίποτα
κανένας φωτογράφος δε μας σώζει, σίγουρη
η μοίρα μας κι είναι γενναίο
να την αποδεχτούμε, μου θυμίζουν
πόσες φορές να ’χω στηθεί κι ακόμα στήνομαι
με ύφος μπρος στον μάταιο
φακό, εδώ σκοντάφτω, τι να πω
τι να τους πω που λεν
αλήθεια και σαν να μη φτάνει
αυτό κάθομαι τώρα
εδώ κι εξιστορώ με κίνδυνο
μικρόν, βεβαίως, πλην
κίνδυνο ν’ αναιρέσω
πράξη του βίου μου νηπιακή που ωστόσο
σοφή κι ολόσωστη την κρίνω και περήφανο
περήφανο με κάνει ακόμα τώρα.


(Από τη συλλογή Νυχτερινά δρομολόγια, 2010)