Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Ειδήσεις Google

11 Νοε 2010

Σαίρεν Κίρκεγκωρ, Søren Aabye Kierkegaard (5 Μαΐου 1813 – 11 Νοεμ. 1855)

Ο Σαίρεν Κίρκεγκωρ, ήταν Δανός φιλόσοφος και θεολόγος του 19ου αιώνα. Θεωρείται ο πρώτος υπαρξιστής φιλόσοφος.

Στο έργο του ο Κίρκεγκωρ άσκησε έντονη κριτική τόσο στην Εγελιανή φιλοσοφία της εποχής του όσο και σε πρακτικές της επίσημης Εκκλησίας τις οποίες θεωρούσε ανούσιες και τυπολατρικές. Πολλά από τα έργα του ασχολούνται με θρησκευτικά προβλήματα, όπως με τη φύση της πίστης, τον θεσμό της χριστιανικής Εκκλησίας, τη χριστιανική ηθική και θεολογία και τις απόψεις και τα συναισθήματα των ατόμων όταν αντιμετωπίζουν υπαρξιακές επιλογές.

Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, το έργο του Κίρκεγκωρ έχει καταταγεί στον χριστιανικό υπαρξισμό και την υπαρξιακή ψυχολογία. Οι ιδέες που έφερε στο φως ο Κίρκεγκωρ έγιναν αιτία έντονων συνειδησιακών διλημμάτων και αυτοκριτικής για τους αναγνώστες του.

Στο έργο του Δανού θεολόγου υπογραμμίζεται μια επιτακτική ανάγκη: για να γίνουν γόνιμοι οι καιροί που ζούμε, οφείλουν να απολακτίσουν την πολλή και ποικίλη γνώση προς χάριν της αυτογνωσίας· η εποχή μας πρέπει να σπάσει τα δεσμά της αυθεντίας και του δογματισμού και να γίνει σωκρατική, δηλαδή διαλεκτική. Αυτό μπορεί να συμβεί εφόσον πάψει η αντικειμενικότητα να γίνεται το επίκεντρο στην αναζήτηση της αλήθειας. Η σωκρατική φιλοσοφική σκέψη επηρέασε βαθιά τις ιδέες και τα έργα του.

Τα πρώιμα έργα του τα έγραψε χρησιμοποιώντας διάφορους χαρακτήρες με ψευδώνυμα, οι οποίοι παρουσίαζαν τις διαφορετικές απόψεις τους μέσω πολύπλοκων διαλόγων. Ο Κίρκεγκωρ άφηνε στον κάθε αναγνώστη του να κατανοήσει τη σημασία των έργων του, διότι «το έργο [του αναγνώστη] θα πρέπει να καθίσταται δύσκολο, καθώς μόνο η δυσκολία εμπνέει εκείνον που έχει ευγενή κίνητρα».

Ο Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν εξέφρασε την άποψη ότι ο Κίρκεγκωρ ήταν «με διαφορά, ο πιο εξέχων διανοητής του δέκατου ένατου αιώνα». Αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική προσωπικότητα που επηρέασε τη σύγχρονη διανόηση.

Ο Σαίρεν Κίρκεγκωρ γεννήθηκε στην Κοπεγχάγη. Ήταν το έβδομο τέκνο του Μίκαελ Πέντερσεν Κίρκεγκωρ.  Πίστευε ότι οι δικές του αμαρτίες, όπως η βλασφημία του ονόματος του Θεού στα νιάτα του και πιθανόν το γεγονός ότι άφησε έγκυο τη μητέρα του Σαίρεν πριν από τον γάμο τους, καθιστούσαν απαραίτητη αυτή την τιμωρία.  Αυτή η αρχική εμφάνιση της έννοιας της αμαρτίας και της μετάδοσής της από πατέρα σε γιο έθεσε το θεμέλιο για πολλά από τα έργα του Κίρκεγκωρ (ιδιαίτερα του έργου Φόβος και Τρόμος).

 Στα βιβλία του Κίρκεγκωρ δε γίνεται άμεση αναφορά στη μητέρα του, την Άννε Σαίρενσντατερ Λουντ Κίρκεγκωρ, αν και επηρέασε τα μεταγενέστερα έργα του. Παρά την περιοδική θρησκευτική μελαγχολία του πατέρα του, ο Κίρκεγκωρ ήταν στενά δεμένος με αυτόν. Όντας αυτοδίδακτος και δαιμόνιος επιχειρηματίας, και παράλληλα αφοσιωμένο μέλος της Λουθηρανικής Εκκλησίας, είχε βαθιά πίστη στις αρχές του καθήκοντος και της αυτοπειθαρχίας —αρχές που μεταβίβασε στον νεαρό Κίρκεγκωρ.

Ο Κίρκεγκωρ φοίτησε στο Σχολείο της Πολιτικής Αρετής , αριστεύοντας στα Λατινικά και την Ιστορία. Το 1830, σε ηλικία 17 ετών, προχώρησε στις σπουδές θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης αλλά, ενώ βρισκόταν εκεί, στράφηκε περισσότερο προς τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία.

Στο πανεπιστήμιο ο Κίρκεγκωρ έκανε τη διατριβή του με θέμα «Η ιδέα της ειρωνείας με συνεχείς αναφορές στον Σωκράτη». Αποφοίτησε στις 20 Οκτωβρίου 1841 με τον τίτλο του Magister Artium, που αντιστοιχεί στο σημερινό Διδακτορικό. Με την οικογενειακή κληρονομιά του, ο Κίρκεγκωρ είχε τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει την εκπαίδευσή του, τη διαβίωσή του και διάφορες εκδόσεις των πρώτων έργων του.

Αν και ο Κίρκεγκωρ έγραψε κάποια άρθρα σχετικά με την πολιτική, τις γυναίκες και την ψυχαγωγία όταν ήταν νεότερος και φοιτητής, πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι το πρώτο αξιόλογο έργο του ήταν η πανεπιστημιακή διατριβή του Η ιδέα της ειρωνείας με συνεχείς αναφορές στον Σωκράτη, η οποία παρουσιάστηκε το 1841, ενώ άλλοι θεωρούν ότι το αριστουργηματικό και, κατά γενική ομολογία, σπουδαιότερο έργο του, ήταν το Είτε - Είτε, το οποίο εκδόθηκε το 1843. Ό,τι και αν ισχύει, και τα δύο έργα ασκούν κριτική σε μεγάλες μορφές της Δυτικής φιλοσοφικής διανόησης (τον Σωκράτη στο πρώτο και τον Χέγκελ στο δεύτερο), αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα γραφής του Κίρκεγκωρ και εμφανίζονται ωριμότερα σε σχέση με τα έργα της νεότητάς του. Το Είτε - Είτε γράφτηκε κυρίως κατά τη διαμονή του Κίρκεγκωρ στο Βερολίνο και ολοκληρώθηκε το φθινόπωρο του 1842.

Στο έργο του Φόβος και Τρόμος, που εκδόθηκε στα τέλη του 1843, ένα τμήμα του έργου του μπορεί να ερμηνευθεί ως προσμονή του Κίρκεγκωρ για μια θεϊκή πράξη που θα έκανε τη Ρεγκίνε να επιστρέψει σε εκείνον. Το έργο του Η Επανάληψη, το οποίο εκδόθηκε την ίδια χρονιά με το Φόβος και Τρόμος, αναφέρεται σε έναν νεαρό κύριο ο οποίος εγκαταλείπει την αγαπημένη του. Και ορισμένα άλλα ακόμη έργα της περιόδου αυτής αφήνουν κάποιους υπαινιγμούς για τη σχέση του Κίρκεγκωρ με την Όλσεν.

Άλλα σημαντικά έργα της περιόδου αυτής εστιάζονται στην κριτική του Χέγκελ και αποτελούν τη βάση για την υπαρξιακή ψυχολογία. Τα έργα του Φιλοσοφικά Ψιχία, Η Έννοια της Αγωνίας και Στάδια της Οδού της Ζωής αφορούν απόψεις και σκέψεις που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας άνθρωπος στη ζωή του, υπαρξιακές επιλογές και τις συνέπειές τους, και το αν θα έπρεπε κανείς να αποδεχτεί μια θρησκεία —συγκεκριμένα τον Χριστιανισμό— ή όχι στη διάρκεια της ζωής του. Πιθανώς η πιο γενναία επίθεση κατά του εγελιανισμού είναι το έργο Ολοκλήρωση ενός Μη Επιστημονικού Υστερογράφου στα Φιλοσοφικά Ψιχία, το οποίο αναλύει τη σπουδαιότητα του ατόμου, την υποκειμενικότητα της αλήθειας και αντιμετωπίζει το Εγελιανό αξίωμα ότι «η Λογική είναι η Πραγματικότητα και η Πραγματικότητα είναι η Λογική».

Ενώ η πρώτη συγγραφική περίοδος τού Κίρκεγκωρ επικεντρώθηκε στον Χέγκελ, η δεύτερη περίοδος είχε ως επίκεντρο την υποκρισία του Χριστιανικού κόσμου. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον όρο «Χριστιανικός κόσμος» ο Κίρκεγκωρ δεν αναφερόταν στη Χριστιανοσύνη καθαυτή αλλά στην Εκκλησία και στον τρόπο που εφαρμόστηκε η χριστιανική θρησκεία στην κοινωνία.

Το έργο του Κίρκεγκωρ Ασθένεια Προς Θάνατον αποτελεί ένα από τα διασημότερα έργα εκείνης της εποχής. Παρά το ότι αθεϊστές φιλόσοφοι και ψυχολόγοι απορρίπτουν την προτεινόμενη από τον Κίρκεγκωρ λύση της πίστης, η ανάλυση του όσον αφορά τη φύση της απόγνωσης είναι μία από τις καλύτερες προσεγγίσεις του θέματος και την ακολούθησαν μεταγενέστερα φιλοσοφικά ρεύματα, όπως η αντίληψη περί υπαρξιακής ενοχής του Χάιντεγκερ και της «κακοπιστίας» (ή κακής πίστης) του Ζαν Πολ Σαρτρ.

Γύρω στο 1848, ο Κίρκεγκωρ άρχισε μια έντυπη επίθεση ενάντια στην κρατική Εκκλησία της Δανίας με βιβλία όπως οι Πρακτικές του Χριστιανισμού, Περί Αυτοεξέτασης και Κρίνετε οι Ίδιοι!, τα οποία αποτελούσαν μέρος της προσπάθειας να καταδειχθεί η αληθινή φύση της Χριστιανοσύνης, με τον Ιησού ως πρότυπη μορφή.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κίρκεγκωρ αναλώθηκε σε μια διαρκή και απερίφραστη επίθεση κατά της κρατικής Εκκλησίας της Δανίας μέσω άρθρων που δημοσιεύονταν από την εφημερίδα Η Πατρίδα  και μιας σειράς φυλλαδίων που εξέδιδε ο ίδιος με τον τίτλο Η Στιγμή . Ο Κίρκεγκωρ αρχικά υποκινήθηκε σε δράση από μια ομιλία του Καθηγητή Χανς Λάσεν Μάρτενσεν ο οποίος αποκάλεσε τον Επίσκοπο Γιάκομπ Π. Μίνστερ , που είχε μόλις πρόσφατα πεθάνει, «μάρτυρα της αλήθειας, έναν από τους αυθεντικούς μάρτυρες της αλήθειας».

Ο Κίρκεγκωρ έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια για τον Μίνστερ αλλά είχε διακρίνει ότι η άποψη που είχε εκείνος για τον Χριστιανισμό προερχόταν από ανθρώπινα συμφέροντα και όχι από ενδιαφέρον για τον Θεό και ότι η ζωή του Μίνστερ δεν είχε καμία σχέση με τη ζωή ενός «μάρτυρα της αλήθειας».

Στις 2 Οκτωβρίου 1855, πριν την έκδοση του δέκατου κεφαλαίου της Στιγμής, ο Κίρκεγκωρ κατέρρευσε στο δρόμο υποφέροντας από παράλυση στα πόδια και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Φρέντερικς. Η κατάσταση του είχε επιδεινωθεί εξαιτίας του εκτενούς και κοπιαστικού συγγραφικού έργου και της συμμετοχής του σε δημόσιες αντιπαραθέσεις. Ο Κίρκεγκωρ είχε πει στον Εμίλ Μπόεσεν , ο οποίος ήταν πάστορας και παιδικός φίλος του και ο οποίος κατέγραφε τις συζητήσεις του με τον Κίρκεγκωρ, ότι η ζωή του περιλάμβανε μεγάλα και άγνωστα βάσανα, τα οποία έμοιαζαν σε άλλους μάταια αλλά δεν ήταν για εκείνον στην πραγματικότητα. Στους ελάχιστους δικούς του ανθρώπους που τον επισκέπτονταν, δήλωσε: «Επιθυμώ σφόδρα να πεθάνω· δεν έχω τη βεβαιότητα πως πέτυχα να εκπληρώσω την αποστολή μου. Οι άνθρωποι ακούν καλύτερα ό,τι λέγεται από έναν νεκρό παρά από έναν ζωντανό». Στο διάστημα που παρέμεινε στο νοσοκομείο αρνήθηκε να μεταλάβει από ιερέα της Εκκλησίας, καθώς θεωρούσε τους ιερείς δημόσιους υπαλλήλους και όχι υπηρέτες του Θεού.

Πέθανε στο Νοσοκομείο Φρέντερικς στις 11 Νοεμβρίου 1855.

Πηγή: Βικιπαίδεια