Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

2 Φεβ 2019

Έμιλυ Ντίκινσον, Επιστολή 785 τις εξαδέλφες Νόρκρος, τέλος Νοεμβρίου 1882

Αγαπημένες ξαδέλφες,
    Ήλπιζα να σας γράψω νωρίτερα, αλλά ο θάνατος της μητέρας αποσβόλωσε το πνεύμα μου.
    Απάντησα σε μερικές ερωτήσεις αγάπης, μα έγραψα λίγα διορατικά. Δεν είχε καμία σχέση με τη θεία που ξέρατε. Η σπουδαία αποστολή του πόνου επικυρώθηκε – μετεξελίχτηκε σε τρυφεράδα από την έμμονη οδύνη, έτσι η μητέρα που πέθανε τώρα ήταν μεγαλύτερη απ' ότι αν είχε πεθάνει νωρίτερα. Εγκόσμιος αποχωρισμός δεν υπήρχε. Γλίστρησε μέσα απ' τα δάχτυλά μας σαν νιφάδα που την μαζεύει ο άνεμος, κι είναι τώρα πια κομμάτι του χιονόλοφου που ονομάζεται «το άπειρο».
    Δεν ξέρουμε που βρίσκεται, αν και τόσο πολλοί μας λένε.
    Πιστεύω πως ο Πλάστης μας με κάποιο τρόπο θα μας περιβάλλει με στοργή — πως Εκείνος που μας έδωσε τούτη την εκπληκτική γη έχει τη δύναμη ακόμα περισσότερο να εκπλήξει εκείνο που ο Ίδιος δημιούργησε. Πέραν αυτού όλα είναι σιγαλιά…
    Η μητέρα ήταν πολύ όμορφη όταν πέθανε. Τα Σεραφείμ είναι επιβλητικοί καλλιτέχνες. Ο καταυγασμός που έρχεται μόνο μια φορά κοντοστάθηκε στα χαρακτηριστικά της, και το να την απιθώσουμε στον τάφο έμοιαζε σαν να κρύβει κανείς μια εικόνα• μα το χορτάρι που δέχτηκε τον πατέρα μου θα αρκέσει για την καλεσμένη του, εκείνη που της ζήτησε μπροστά στον ιερέα να τον επισκέπτεται σ' όλη του τη ζωή.
    Δεν ξέρω με τι μοιάζει η Αιωνιότητα. Κατακλύζει τα πάντα γύρω μου σαν τη θάλασσα.
    … Σας ευχαριστώ που με θυμάστε. Η Θύμηση – πανίσχυρη λέξη.
«Δέδωκάς μοι πρὸ καταβολῆς κόσμου».
                                                                                                                         Με αγάπη, Έμιλυ