Σκοτώνω τον χρόνο
κοιτάζοντας
παλιές φωτογραφίες
Ξέρεις η μνήμη
δεν σβήνεται
αφήνει αποτύπωμα
στο χαρτί
Δεν πεθαίνει η εικόνα
αλλά η λήθη του ειδώλου
που ξεχάστηκε
Σε ζαλίζω που κοιτάζω
από ψηλά, απ' το μπαλκόνι
τον χρόνο μου
Ο ίσκιος του
γέρνει στον ώμο
ενός κυκλάμινου
Ούτε που θέλω να ξέρω
γιατί πλήττω
όμως μου αρέσει να σκέφτομαι
Λίγη μουσική
θα ανακουφίσει
τη νυσταλέα μου
στιγμή
Η σκέψη είναι όχημα
που σε μεταφέρει
από τόπο σε τόπο
από θλίψη σε χαρά
από χρόνο σε ήσυχο θρόνο
Μας αφήνεις λιγάκι μόνους;
Έχω κάτι μυστικό
να πω στον εαυτό μου
Από τη συλλογή Παράλληλες πολιτείες, Ίβυκος, Αγρίνιο, 2001