Δάκρυσε η Ελλάδα για τον χαμό του
Από τις ψυχές των ανθρώπων έως τις άϋλες γειτονιές του διαδικτύου, ο χαμός του Θανάση Βέγγου θρηνήθηκε χθες από όλους τους Ελληνες. Προκάλεσε δε τεράστια εντύπωση στους ξένους, καθώς το όνομά του ήταν χθες ένα από τα πλέον αναζητούμενα στο ίντερνετ.Από την «αληθινή ζωή» εκεί έξω έως την εναλλακτική πραγματικότητα του Διαδικτύου ο χαμός του Θανάση Βέγγου θρηνήθηκε χθες από όλους τους Ελληνες. Προκάλεσε δε τεράστια εντύπωση, αν όχι συγκίνηση, στους ξένους.
Στην εποχή του Facebook και του Twitter, το γεγονός διαδόθηκε αστραπιαία στο Διαδίκτυο τοποθετώντας το όνομα του μέσα στις 10 δημοφιλέστερες «τάσεις» της ημέρας, στις οποίες φιγούραραν ονόματα όπως αυτά του Μπαράκ Ομπάμα και του Οσάμα Μπιν Λάντεν. Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έψαξαν να μάθουν ποιος ήταν ο Ελληνας κωμικός που έχασε η Ελλάδα με ειδικές παραπομπές στη «Βικιπαίδεια». Την ίδια ώρα η τελευταία σκηνή από το «Ολα είναι δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη εμφανιζόταν συνεχώς σε εκατοντάδες ελληνικούς λογαριασμούς του Facebook.
Από την άλλη, οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάστηκε μίλησαν με δυσκολία και συγκίνηση. «Γεννήθηκε σε ένα ταπεινό φτωχόσπιτο στο Φάληρο. Ο πατέρας του, τεχνίτης στην Ηλεκτρική Εταιρεία, ήταν από εκείνους που με την υποχώρηση των Γερμανών αντιστάθηκε στην προσπάθειά τους να καταστρέψουν το εργοστάσιο...», μας είπε ο Νίκος Κούνδουρος που τον γνώρισε στη Μακρόνησο, για να συνεχίσει: «Πλήρωσε τη γενναιότητα του, όπως χιλιάδες συνάδελφοί του, με ''αποβολή'' από τον κορμό της πατρίδας του...
Ο γιος του αγωνιστή -Θανάση Βέγγο τον έλεγαν- έπρεπε κι αυτός να πληρώσει τη γενναιότητα του πατέρα του. Το μαρτυρικό Μακρονήσι βόλευε. Εκεί μαζί με 40.000 συνέλληνες κέρδισε το δικαίωμά του να επιζήσει. Και επέζησε. Και έγινε αυτό που έγινε. Ο μύθος που σήμερα λέγεται ακόμα Θανάσης Βέγγος».
«Χάσαμε τον άνθρωπο που αντιπροσώπευε με τον καλύτερο τρόπο την ελληνική σχιζοφρένεια, πότε με το σπαρακτικό γέλιο κι άλλοτε με την εξοντωτική πίκρα», είπε στο «Εθνος» ο Γιώργος Λαζαρίδης, που έκανε μαζί του τον «Τρελό του Λούνα Παρκ». «Ετρεχε όχι για να κερδίσει αθλητικά ρεκόρ, αφού έτσι κι αλλιώς στον τομέα του τα είχε κερδισμένα.
Το τρέξιμο του Θανάση ήταν για να ξεφύγει από ένα άθλιο παρελθόν, από ένα αμφιλεγόμενο παρόν κι από ένα αμφισβητούμενο μέλλον. Σπάνια ένα πένθος έχει τόση εσωτερική μελαγχολία», σχολίασε.
Για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, που τον σκηνοθέτησε στο «Βλέμμα του Οδυσσέα», ο Θανάσης Βέγγος «έβγαζε μια ειλικρίνεια, μια ανθρώπινη διάσταση που δεν βγαίνει συχνά στο σινεμά». Για τον Γιάννη Σολδάτο, που τον είχε μπροστά από την κάμερά του στο «Αίνιγμα», «ήταν ένας από αυτούς που πήραν την Ελλάδα στην πλάτη τους μετά τον πόλεμο και την έφτασε στο τέλος του αιώνα. Εγινε σύμβολο. Ενα σύμβολο που χάθηκε σε μια δύσκολη στιγμή για την Ελλάδα».
Ανολοκλήρωτο σχέδιο θα μείνει, δυστυχώς, η σαιξπηρική «Τρικυμία», που ήθελε να γυρίσουν μαζί ο σκηνοθέτης Δήμος Αβδελιώδης. «Ο Θανάσης Βέγγος ήταν πράγματι κάτι μοναδικό», μας είπε. «Είναι αθάνατος. Το έργο του αποτελεί μεγάλη κληρονομιά. Η αρετή ήταν το κυριότερο χαρακτηριστικό του, καθώς ήταν αλώβητος στις σειρήνες. Παρέμενε ένα πνεύμα καθαρό, κάτι που σπάνια συμβαίνει στην τέχνη.
Επειδή δεν μιλούσε συχνά, λανθασμένα πίστευαν κάποιοι ότι δεν είχε τα προσόντα. Το αντίθετο μάλιστα. Ηταν σοφός. Είχε απίστευτη γνώση πάνω στην τέχνη, στη ζωή και στους ανθρώπους. Ηταν σεβαστός και σεβάσμιος. Το πέρασμά του ήταν μια αχτίδα φωτός για την Ελλάδα και τον κόσμο της». «Η ''Τρικυμία'' θα ήταν απόλυτα δικιά του», όπως μας εξήγησε ο σκηνοθέτης. «Ηθελα να δείξω όχι το εξωτερικό, αλλά το εσωτερικό του τρέξιμο, την τρικυμία μέσα στο μυαλό του, τον οίστρο του, τον έρωτα του προς τη ζωή. Δεν το έχασε ποτέ αυτό. Ούτε την τελευταία στιγμή».
«Είμαστε τυχεροί που υπήρξε και περπάτησε δίπλα μας»
ΑΝΤΑ ΔΑΛΙΑΚΑ
Επιστολή προς τον Θανάση
Αγαπημένε μου Θανάση... μου 'παν τα νέα σήμερα το πρωί.
Ο καλός μας άνθρωπος έφυγε.
Σύντομη σκοτοδίνη και μετά αυθόρμητα θυμάμαι σουρεαλιστική στιγμή σε γύρισμα. Εκλαιγα τότε γιατί πέθανε ο γάτος μου, κι εσύ γελώντας και με τον μοναδικό σου τονισμό μου 'πες:
«Αν κάνεις έτσι για τον γάτο, μωρ' συ, για μένα όταν πεθάνω πώς θα κάνεις, τρελή, ε τρελή».
Για σένα... δεν φτάνουν τα δάκρυα.
Εικόνες η μια πάνω στην άλλη, το γέλιο σου ξανά και ξανά στο μυαλό.
Περάσαμε μαζί χρυσές εποχές. Εσύ το 'λεγες.
Υστερα ήρθαν τα ζόρικα. Πάλι εσύ το 'λεγες.
«Ζοριζόμαστε, κορίτσι μου - κουράγιο» κι έξαφνα γελούσες, «σώπα, μωρέ, τα ξέρουμε τα ζόρικα, χωρίς αυτά δεν λειτουργούμε, με καταλαβαίνεις; Βάλε μπρος κάνα καινούργιο γύρισμα».
Εγινε. Η τελευταία μας δουλειά στη Θεσσαλονίκη.
«Να φάω μια μπουγάτσα, μωρέ αντίχριστοι» μας μάλωνες την ώρα που τρέχαμε με τις κάμερες στο μπεζεστένι.
«'Η έστω έναν πατσά. Σαλονικιώτικο! Ξελιγώθηκα, αθεόφοβοι!!!»
Εγινε κι αυτό.
Πολύ το φχαριστήθηκες. Αλλά πριν, ήσουν σίγουρος ότι πρώτοι από σένα είχαν φχαριστηθεί τη λιχουδιά συνεργείο και συνεργάτες.
Πάντα στεκόσουν στο τέλος της ουράς, μην αδικήσεις κάποιον.
«Λιγούρα ξελιγούρα, τα παιδιά να φάνε πρώτα που δουλεύουν σαν τα σκυλιά».
Αχ, και να σ' άκουγαν οι 300 της Βουλής.
Ξέραμε πως τη δουλειά σου ποτέ δεν τη χόρταινες, δεν κουραζόσουν εσύ. Δεν παραιτήθηκες. Ποτέ.
Η τελευταία σου κουβέντα λίγο πριν την εντατική:
«Πάμε γύρισμα, σύνερθε, μη χασομεράς! Βουλιάζουμεεε!!!»
Μάης του 2011. Βουλιάζουμε. Σε μιζέρια, σε φτώχεια, σε κατάθλιψη.
Μια Ελλάδα ολόκληρη. Αλλά εσύ μας αφήνεις κληρονομιά το γέλιο και την τρυφερή ματιά σου σε όλους μας. «Καλοί μου άνθρωποι, αντίο» μας είπες σήμερα το πρωί.
Αντίο, λοιπόν, Θανάση μας. Αφθαρτε, Αγνέ κι Αγιε.
Υποκλινόμαστε στο πέρασμά σου στην Αθανασία.
ΚΑΚΙΑ ΙΓΕΡΙΝΟΥ
Πηγή: http://www.ethnos.gr