Της Κατερίνας Καραμφυλίδου
Πριν λίγες μέρες φιλοξένησα μια φίλη μου δημοσιογράφο από την Ν. Υόρκη. Καθώς η ζωή της τρέχει ανάμεσα σε διάφορες Μητροπόλεις του κόσμου οι αφηγήσεις της ήταν άκρως αποκαλυπτικές για τον τρόπο που ξεδιπλώνεται η καθημερινότητα των ανθρώπων σε διάφορα σημεία της γης.
Εκεί όμως που στάθηκε όμως το μυαλό μου ήταν όταν μου διηγήθηκε την επίσκεψη της σε ένα γιατρό ψυχολόγο πριν από περίπου 4 χρόνια. Καθώς λοιπόν ήταν σκυμμένος στον υπολογιστή του και έγραφε το ιστορικό της, έφτασε και στο ερώτημα «τι φάρμακα παίρνετε;». Η απάντηση της ήταν «κανένα». Έκπληκτος ο γιατρός έβγαλε τα γυαλιά του, σηκώνει το βλέμμα του από τον υπολογιστή και της απαντάει: «μα αυτό δεν γίνεται, όλοι παίρνουν κάποιο φάρμακο». «Μα είμαι μια χαρά» απαντά η φίλη. «Ήρθα εδώ να λύσω κάποια θέματα με το παρελθόν μου όπως πολλοί άλλοι». Στην διήγησή της κατέληξε ότι στην Αμερική δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην παίρνει φάρμακα.
Η συνέχεια εδώ
Πριν λίγες μέρες φιλοξένησα μια φίλη μου δημοσιογράφο από την Ν. Υόρκη. Καθώς η ζωή της τρέχει ανάμεσα σε διάφορες Μητροπόλεις του κόσμου οι αφηγήσεις της ήταν άκρως αποκαλυπτικές για τον τρόπο που ξεδιπλώνεται η καθημερινότητα των ανθρώπων σε διάφορα σημεία της γης.
Εκεί όμως που στάθηκε όμως το μυαλό μου ήταν όταν μου διηγήθηκε την επίσκεψη της σε ένα γιατρό ψυχολόγο πριν από περίπου 4 χρόνια. Καθώς λοιπόν ήταν σκυμμένος στον υπολογιστή του και έγραφε το ιστορικό της, έφτασε και στο ερώτημα «τι φάρμακα παίρνετε;». Η απάντηση της ήταν «κανένα». Έκπληκτος ο γιατρός έβγαλε τα γυαλιά του, σηκώνει το βλέμμα του από τον υπολογιστή και της απαντάει: «μα αυτό δεν γίνεται, όλοι παίρνουν κάποιο φάρμακο». «Μα είμαι μια χαρά» απαντά η φίλη. «Ήρθα εδώ να λύσω κάποια θέματα με το παρελθόν μου όπως πολλοί άλλοι». Στην διήγησή της κατέληξε ότι στην Αμερική δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην παίρνει φάρμακα.
Η συνέχεια εδώ