ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΑΥΤΟ ἀκούεται πάντα ὁ δυνατὸς κτύπος ἑνὸς ρωλογιοῦ, ποὺ ἄγνωστον ποῦ εἶνε τοποθετημένον, καὶ ποὺ μετράει, στὴ μικρὴ ὑποδιαίρεση ἑνὸς δευτερολέπτου, τὸν ἀτέρμονα χρόνον. Οἱ διάδρομοι εἶνε ἔρημοι. Στὸ ἕνα δωμάτιον κάθεται ἕνας κύριος, ποὺ εἰς τὰς ὥρας τῆς ζωῆς του εἶνε ἀκριβής, ὅπως τὸ ρωλόγι. Εἰς τὸ ἄλλο ἀντιθέτως κάθεται ἕνας ἄλλος, ποὺ δὲν ἔχει ποτὲ ὡρισμένες ὧρες. Πότε φεύγει γιὰ νὰ φάῃ εἰς τὰς δύο τὸ μεσημέρι, ἄλλοτε στὰς τρεῖς καὶ ἄλλοτε καθόλου, ἕως ὅτου ἔλθῃ τὸ βράδυ.
Η συνέχεια εδώ