
Ολημερίς κι ολονυχτίς
στοιβάζω λέξεις,
συμφοράς ανταύγειες,
ειδώλια, εικονίτσες,
πνιχτά φιλιά
σε δρόμους ατελείς,
κυνηγημένους.
Ολημερίς
τις δένω με σπάγκο καραβίσιο
σφιχτά κι ανάκατα
όπως ποθώ να ζω.
Ολονυχτίς
τις ραίνω σκοτάδι πυκνό
και θρόισμα γυναίκας
που ανοίγει.
Ήσυχα.
Από την ποιητική συλλογή: Ο καιρός κυνηγός, Εκδόσεις Γαβριηλίδη