Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

16 Μαΐ 2010

Κική Δημουλά - "Επί τα ίχνη"


"Και ένδυμα ουκ έχω ίνα εισέλθω εν αυτώ" (Μέρος 1ο)
Ενότητα ποιημάτων της Κικής Δημουλά που περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή "Επί τα ίχνη" (1963).
Ακούγονται τα ορχηστικά κομμάτια του Μάνου Χατζιδάκι "Πάει έφυγε το τραίνο", από το album "Η άλλη αγορά" (1998) σε ενορχήστρωση Νίκου Κυπουργού, και "Ο ταχυδρόμος πέθανε", από το LP "15 Εσπερινοί" (1964) σε ενορχήστρωση του συνθέτη.
Οι πίνακες που προβάλλονται είναι του Γιάννη Τσαρούχη.


Αγαπητέ Κύριε,
τυχαίνει να περνάτε τακτικά
μπρος απ' τις ώρες μου
κι εγώ να είμαι πάντα εκεί
και να σας βλέπω
όπως οφείλω να βλέπω
- μεγάλος κόπος για την όραση -
ό,τι περνάει.

Σας βλέπω,
προφταίνω το τρεχούμενο βλέμμα σας
- άρα δεν είναι όλα ξεροπόταμα -
μειδιάτε
- άρα υπάρχουν όχθες -
χαιρετάτε,
ήχος πετούμενος,
και περνάτε.

Εγώ, κύριε,
σας αποδίδω μάλλον
σε φαινόμενο αντικατοπτρισμού
και σε απόηχο ονείρων γυρολόγων.

Οι ώρες μου όμως σας πιστεύουν.
Μόλις φανείτε σταματάνε·
μες στα ρολόγια, μες στα δεδομένα,
μες στα οφθαλμοφανή,
μες στη ρευστή τους μοίρα,
σταματάνε,
καταμεσής στην αδειοσύνη τους,
κι εκείνο το σπαρακτικό
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται»
για σας το λένε.
Δικαίως.

Γιατί
ενώ απλώς περνάτε
ενώ σχεδόν στ' αόρατα συγκαταλέγεστε
κάνετε εντούτοις ένα θαύμα:
τις γεμίζετε.
Πόσες φορές μάλιστα
«εν τω μέσω της νυκτός».
.....................................
Ως το απόγευμα εκείνο
ποτέ δεν είχε ξανοιχτεί
στα βαθιά του προσώπου του.
Το κοίταζε μονάχα με απορία,
όπως κοιτάμε
ένα κλειστό, επ'άπειρον, παράθυρο.
Ήξερε μόνο πως τα μάτια του
ήταν πολύ μεγάλα,
και πως, σαν έβρεχε,
γινόταν της βροχής
η μυστική δίοδος.

Όμως, εκείνο το απόγευμα, ξανοίχτηκε.
Απέραντα ήτανε τα μάτια του.
Και πώς της φάνηκε
- εξ ουρανού στιγμή -
πώς της φάνηκαν άραγε
σαν δυο καινούριες πόλεις υπερούσιες,
άσπρα καμπαναριά ζωής γεμάτες
κι άπταιστους δρόμους προς τη μέρα,
ακιλήδωτη μέρα,
ίχνος Ιούδα πουθενά,
δύο παραθαλάσσιες πόλεις
με θάλασσα καλή
που μόνο φέρνει:
χαιρετισμούς από το νέο κόσμο
αδιάβαστα βιβλία
αδιάβαστους καιρούς
σχέδια να κοπούνε οι ώρες
σε θείο μέγεθος, κι άλλα, κι άλλες
πραμάτειες του ονείρου.

Κι ύστερα πώς της φάνηκε
ότι η φωνή του
ήταν ο ζωτικός, ο πρωινός, ο πρέπων θόρυβος
των πόλεων αυτών,
κι ακόμα
πως οι κινήσεις των χεριών του
τον ακύλιστο χρόνο κυλούσαν
στις πόλεις αυτές.
Έτσι της φάνηκε.

Ώσπου κατέβηκε η ομίχλη.
Αυτή η ανελέητη ομίχλη που εμφανίζεται συνήθως
στις φευγαλέες ονειρώδεις πόλεις
που οικοδομούμε ανερώτιστα
μέσα σε ξένα μάτια.

Κική Δημουλά