Κρυβόμαστε γιατὶ ἀνὰ πάσα στιγμὴ μπορεῖ νὰ περάσει ὁ μπάρμπα-Μανώλης καὶ νὰ μᾶς δεῖ νὰ καπνίζουμε καὶ τότε θὰ τὸ πεῖ στὴ γυναίκα του ποὺ τὴ φωνάζουμε ρόιτερ, γιατὶ εἶναι ἡ πιὸ κουτσομπόλα ἀπ’ τὶς γριές. Μετὰ οἱ γονεῖς μας δὲ θὰ μᾶς ἀφήνουν ἔξω στὸ σχολεῖο τὰ ἀπογεύματα καὶ εἶναι καλοκαίρι. Δὲν ἔχουμε κάπου ἀλλοῦ νὰ πᾶμε. Τὴν καλύβα ποὺ χτίσαμε ὅλοι μαζὶ πέρυσι τὴ διέλυσε ὁ Ἀντώνης, ὁ γιὸς τοῦ κὺρ-Μιχάλη, ποὺ ἦταν καλὸς καὶ δὲν τὸν ἔνοιαζε ποὺ στὴ μέση τοῦ χωραφιοῦ του φτιάξαμε αὐτὴν τὴν καλύβα καὶ μαζευόμασταν καὶ καπνίζαμε καὶ πίναμε καὶ λέγαμε βλακεῖες.