Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

18 Νοε 2010

Μαρσέλ Προυστ, Marcel Proust (10 Ιουλ. 1871 - 18 Νοεμ. 1922)

Ο Μαρσέλ Προυστ γεννήθηκε στο Οτέιγ, γιος Εβραίας μητέρας (ο πυρήνας της ύπαρξης του — αν και πέθανε το 1905 — από τον ερχομό του στη ζωή μέχρι το τέλος της) κι ενός διακεκριμένου γιατρού. Μερικοί τον θεωρούν ως τον μεγαλύτερο συγγραφέα του εικοστού αιώνα, και άλλοι ως μια σπουδαία περίπτωση.

Από ηλικίας εννέα ετών ο Προυστ υπέφερε από χρόνιο άσθμα, αλλά υπηρέτησε στον Στρατό για ένα χρόνο (1889-90). Επρόκειτο για μια πασίγνωστη και διασκεδαστική φυσιογνωμία στους κοσμικούς κύκλους των Παρισίων μέχρι τις αρχές του αιώνα, όταν αποσύρθηκε στο φημισμένο με φελλό επιστρωμένο δωμάτιό του στην Boulevard Haussmann για ν’ αφοσιωθεί στο μυθιστόρημα Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο (A la recherche du temps perdu) που προετοίμαζε από νεαρή ηλικία, και που δημοσιεύτηκε σε επτά τόμους, οι τελευταίοι τρεις μετά θάνατον.

Από νωρίς, πριν ακόμα τον αντιμετωπίσουν με τη δέουσα προσοχή σαν συγγραφέα, ο Προυστ είχε μεταφράσει και εκδώσει από τα γραπτά του Άγγλου δοκιμιογράφου, κριτικού και μεταρρυθμιστή Τζων Ράσκιν (1819-1900). Το γλαφυρό Χαρές και λύπες (Les plaisirs et les jours, 1896). Το ημιτελές μυθιστόρημα, Jean Sauteuil, που βρέθηκε και δημοσιεύθηκε μετά τον θανατό του (1952 & 1954), και που περιέχει αποσπάσματα σε εμβρυακή κατάσταση του Αναζητώντας… Και τις κριτικές και ενδοσκοπικές μελέτες, Μέσω Σαίντ-Μπεβ (Contre Sainte-Beuve, 1954).

Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο (1913-27) είναι ο συλλογικός τίτλος έργου ζωής. Δημοσίευσε τον πρώτο τόμο με δικά του έξοδα το 1913, αλλά με μικρό βαθμό υποδοχής από το κοινό, μάλλον λόγω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως το 1919, έχοντας εν τω μεταξύ γίνει ευρύτερα γνωστός, La Nouvelle Revue Française εξέδωσε τον δεύτερο τόμο, και ο Λεόν Ντοντέ, γιος του Αλφόνς Ντοντέ (1840-97) και αντισημίτης — αργότερα και συνεργάτης των Ναζί — μεσολάβησε να επιδοθεί σ’ αυτόν τον κατά το ήμισυ Εβραίο, υπερασπιστή και οπαδό του Αλφρέντ Ντρεϋφούς (1859-1935), το Βραβείο Γκονκούρ.

Τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του ο Προυστ ήταν διάσημος. Περνούσε τον περισσότερο καιρό στο κρεβάτι φορώντας ένα γούνινο παλτό, συγγράφοντας, και μόνο τα βράδια να βγαίνει προς άγραν θεματικής ύλης.

Ο Προυστ ήταν εκ φύσεως άρρωστος και χρησιμοποιούσε την αρρώστια του για να προστατεύσει τόσο τον εαυτόν του όσο και την τέχνη του. Ήταν επίσης πρόσωπο που υπέφερε από νεύρωση, και που οφείλετο ως επί το πλείστον στην ομοφυλοφιλία του, την οποία απεχθάνετο αν και εντρυφούσε σ’ αυτήν. Ωστόσο υπάρχει κωμικότητα και θαλερότητα στην γραφή του, το αποτέλεσμα μιας προσήλωσης διόλου ευαίσθητη, αρρωστιάρικη ή εξεζητημένη, αλλά αντιθέτως απίθανα σκληρή.

Στην τέχνη ο Προυστ είχε πλήρη επίγνωση του εαυτού του. Όπως ο Γκουστάβ Φλομπέρ (1821-80), και πολλοί από τους διαδόχους του, πίστευε ότι η τέχνη είναι το μόνο πραγματικό σύμπαν.
Ο αφηγητής του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο ονομάζεται Μαρσέλ. Μοιάζει του Προυστ με το να είναι νευρωτικός, ευαίσθητος και ασθματικός. Αλλά δεν είναι ούτε μισός Εβραίος ούτε ομοφυλόφιλος (χαρακτηριστικά που οδηγούν σε μπερδέματα και παραποιήσεις, αν και μερικοί υποστηρίζουν ότι γι’ αυτά υπάρχει διασαφήνιση). Σχεδόν όλοι οι εκλεκτοί ή τα ενδιαφέρων πρόσωπα της Παριζιάνικης κοινωνίας την εποχή του Προυστ σχετίζονται με το μυθιστόρημα, πάντως ουδείς ήρωας είναι κάποιος «πραγματικός» άνθρωπος.Ακόμα και ο ομοφυλόφιλος Βαρόνος ντε Σαρλού, πλην του ότι έχει πρότυπο τον ποιητάκο Κόντε Ρομπέρ ντε Μοντεσκιού, συνδυάζει γνωρίσματα που επιδεικνύουν διάφορες άλλες προσωπικότητες.

Ο Προυστ είχε βαθειά συναίσθηση ότι δημιουργούσε έναν φανταστικο κόσμο στο χαρτί, αντί να περιγράψει έναν αληθινό. Πίστευε πως ο φανταστικός κόσμος είναι ανώτερος του αληθινού καθώς (όπως είπε κι ο Αριστοτέλης για την ποίηση) «οι δηλώσεις του είναι το είδος των οικουμενικών».
Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο προέρχεται από μια συγκεκριμένη μεταφυσική αντίληψη του ανύπαρκτου και ανατρεπόμενου χρόνου, την δύναμη της αίσθησης παρά την διανοητική μνήμη για να ξαναβρεί το παρελθόν, και την επακόλουθη δυνατότητα του υποκείμενου να εξαπατήσει τον χρόνο και τον θάνατο.Ο Προυστ έφερε ως παράδειγμα πώς η γεύση του κέικ που βουτάς σ’ ένα φλιτζάνι τσάι ξυπνάει μια ακούσια μνήμη που απλώνεται σαν τα κυματάκια από μια πέτρα ριγμένη στην λίμνη.

Ο Προυστ επέστρεψε στα «άμεσα στοιχεία της συναίσθησης», όχι για φιλοσοφικούς λόγους αλλά επειδή ζητούσε να τελειοποιήσει, δια μέσου της τέχνης, μια ζωή που του ήταν σπαρακτική. Έτσι, όταν ήταν στα τελευταία του, προσπαθούσε να τελειοποιήσει ένα απόσπασμα του μυθιστορήματος που περιέγραφε τον θάνατο του μυθιστοριογράφου, Μπεργκότ.

Αν ο Προυστ δεν ήταν ένας υπέροχος στυλίστας, δεν θα μπορούσε ν’ αποτρέψει αυτό το πλήθος αναλυτικού υλικού από το να είναι βαρετό. Αλλά αν και συχνά είναι δυσνόητος, σε καμιά περίπτωση δεν είναι αφηρημένος όσον αφορά τις έννοιες και την σκέψη του. Όλες οι διαδικασίες, όλες οι εξελίξεις που περιγράφει είναι τα δεδομένα της ζωής. Βέβαια μπορεί κανείς να τον επικρίνει για μερικά ανιαρά μέρη, ιδιαιτέρως όταν το παρατραβάει σχετικά με την κοινωνική κλίμακα. Και πάλι, ο ομοφυλοφιλικός έρωτας μάλλον τονίζεται εις βάρος του (προς αποφυγήν του υποβολιμαίου όρου «φυσιολογικού») ετεροφυλοφιλικού. Ωστόσο, και αναμφισβήτητα, Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο είναι από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί παγκοσμίως. Θα αντέξει στον χρόνο, ο κόσμος θα εξακολουθεί να το διαβάζει, ακόμα κι όταν η λατρεία για τον Προυστ, με τις διάφορες ασήμαντες, υπεροπτικές και επιπόλαιες γνώμες, θα ανήκει στο παρελθόν.

Πηγή: www.poiein.gr/archives/2262/index.html