Μοιάζει, κύριε Βαλαωρίτη, να συνεχίζετε την ποίηση από εκεί που δεν την έχει αφήσει κανένας, με μόνο βάρος την αισθητική σας. Κι αν δεν έχει βρει ακόμη τη θέση της στην καρδιά των αναγνωστών, τα βιβλία σας εξαντλούνται. Πώς το εξηγείτε αυτό; Γράφετε ως επαγγελματίας, με ωράριο δηλαδή;
-Όχι. Γράφω με πένα σε σημειωματάριο ό,τι μου κατέβει. Δεν έχω ούτε πρόγραμμα ούτε καμιά ιδιαίτερη αισθητική, είμαι δηλαδή ερασιτέχνης χωρίς κανένα ωράριο, πρωί, μεσημέρι, βράδυ, όποτε μου ‘ρθει η διάθεση. Άρα δεν έχω τίποτε να εξηγήσω εκτός απ’ το ό,τι συνεχίζω πράγματα από εκεί που τα άφησα.Με ποιον τρόπο συμβουλεύετε ένα νέο κορίτσι ή αγόρι όταν γράφει κάτι που σας συγκινεί να το φέρει στη δημοσιότητα; Πότε νομίζετε είναι έτοιμο ένα ποίημα ή μια ποιητική σύνθεση και τι είναι αυτό που θέλετε από τη σύγχρονη ελληνική ποίηση; Τι πιστεύετε ότι φέρνει η «γενιά του ’90» εκδιδόμενη πια το 2000-2010; Είναι όντως μια… «γενιά του χάους»;
-Δεν πιστεύω στις γενιές αλλά μόνο στα άτομα που μπορεί να είναι από το 2000 προ έως το 2000 μετά. 4.000 χρόνια ποιητική παραγωγή δεν είναι λίγο. Όταν λοιπόν έρχεται κάποιο πρόσωπο και μου φέρνει κάτι που με ενδιαφέρει θα το ενθαρρύνω και ενδεχομένως να δημοσιεύσω κάτι στο περιοδικό μας «Νέα Συντέλεια», αν πηγαίνει με το στυλ του περιοδικού. Όσο για εμφάνιση βιβλίου θα έλεγα προσοχή όχι, γιατί δεν είναι εύκολο αλλά πρέπει να έχει το βιβλίο και κάτι το ανανεωτικό αλλιώς πάει, με την επανάληψη των χιλιοειπωμένων, για τον κάλαθο των αχρήστων. Η ποίηση χρειάζεται προηγούμενη άσκηση και πληροφόρηση και αυτό που θα έλεγα κατευθυνόμενο διάβασμα. Όσο για τη «γενιά του χάους», εκτός και αν είναι ζήτημα ημερομηνιών γεννήσεως, δεν έχει άλλη οντότητα. Παντού διακρίνω μόνο άτομα, είτε χαώδη είτε όχι.
Τι μουσική ακούτε; Σας έχω βρει πολλές φορές στο διαμέρισμά σας στην Πατριάρχου Ιωακείμ να βλέπετε βιντεοκλίπ από το MTV και φυσικά με εκπλήσσει πάντοτε η αίσθηση της γραμματολογίας σας που αγγίζει τα όρια του κλασικού. Αυτό είναι αντιθετικό αλλά δεν θα έβρισκα και το λόγο να μη σας αρέσει, μιας και το παράδοξο είναι πολύ εμφανές στην ποίησή σας και στις θεωρίες σας για την παγκόσμια γραφή.
-Όσο για τη μουσική, με ενδιαφέρει κυρίως η μινιμαλιστική μουσική των Αμερικανών, των Glass, Steve Reach, Terry Riley. Από την κλασική μουσική μ’ αρέσει κυρίως η μπαρόκ και μεσαιωνική. Δεν βλέπω πια MTV γιατί βαρέθηκα την επανάληψη. Η γραφή μου ανήκει στην επιφάνεια, με αυτούς τους μουσικούς που ανέφερα. Τι γνώμη έχετε για τον Κώδικα Ντα Βίντσι του Dan Brown; Αγγίζει τα όρια υστερίας, η κάθε φορά ανάλογη παραβίαση του ορθόδοξου αισθήματος. Είστε άθεος ή πιστεύετε ότι κατά κάποιον τρόπο θα υπάρξει Κόλαση και Παράδεισος μετά θάνατον; Πού ζείτε τώρα; Σε τι κόσμο, χριστιανικό θα λέγατε; Και τι γνώμη έχετε για το life style της Εκκλησίας;
-Το βιβλίο του Dan Brown είναι ένα καλογραμμένο θρίλερ που γέννησε άπειρα σχόλια και άλλα βιβλία. Η αιτία είναι ότι θίγεται η κανονική ορθόδοξη πηγή του χριστιανισμού που παραμέρισε τις καταβολές τους από τους γνωστικούς - σκεφτείτε τι σοκ θα είχαμε υποστεί αν ο Χριστός ήταν γυναίκα και ο Θεός επίσης. Αυτό δεν είναι τόσο πρωτότυπο, διότι είχαμε πάντοτε θεές αλλά η ανδροκρατούμενη Εκκλησία δεν το δέχεται, κυρίως η ορθόδοξη και η καθολική. Όχι, δεν είμαι άθεος, είμαι ένθεος, πιστεύω ότι ο Θεός είναι μέσα μας. Όσο για την Κόλαση, τη ζούμε καθημερινά και τον Παράδεισο πολύ πιο σπάνια. Μετά θάνατον, η αιωνιότητα μου φαίνεται μάλλον άδεια, κενοί περιεχομένου επιστρέφουμε σε αυτό που μας έφτιαξε και που είναι η φύση. Τι γνώμη έχετε όταν τα κορίτσια ερωτεύονται μεταξύ τους και τα αγόρια επίσης; Στο Λονδίνο έχω δει να παντρεύονται πολύ κομψά ομοφυλόφιλοι, κορίτσια και αγόρια. Τι διαφορετικό έχει η Ελλάδα ώστε να μη δεχτεί να ψηφιστεί ένα τέτοιο νομοσχέδιο η κοινωνία της; Είμαστε πολύ συμβατικοί; Πείτε μου.
-Πιστεύω ότι ο καθένας μπορεί να επιλέξει το life style του. Δεν παραδέχομαι κανέναν κατεστημένο θεσμό, νόμο ή απαγόρευση. Ό,τι είναι καλό για την υγεία του καθενός και για την ευτυχία του με ευχαριστεί. Οι λεγόμενες ανορθόδοξες σχέσεις στην εποχή μας έχουν πια αναγνωριστεί ως μέρος της ποικιλίας της σεξουαλικής ώσης. Είμαι υπέρ όλων των ειδών του έρωτα, φτάνει να υπάρχει κάποιο πάθος, συγκίνηση και συναίσθημα από τους ενδιαφερόμενους. Η ψυχρή βιολογική πράξη μου φαίνεται ανεπαρκής. Τίποτε άλλο. Θέλω να μου πείτε την καθαρή αλήθεια για τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό και τη σχέση του με την Εύα Πάλμερ. Την είχατε γνωρίσει προσωπικά; Ποιος ήταν ο μέντοράς του; Και ο δικός σας δάσκαλος ποιος ήταν;
-Τον Άγγελο Σικελιανό τον γνώρισα, αλλά όχι την Εύα Πάλμερ. Όμως τη συμπάθησα και αυτή εκ του μακρόθεν, όπως και αυτόν εκ του πλησίον όταν τον γνώρισα. Υπήρξε μεγάλη ποιητική φυσιογνωμία, με τον ερμητισμό του και το υπέρβαρό του στυλ και τη δυναμική του γλωσσική έκφραση, με γούστο και μουσικότητα. Είναι κοντά μου ως Λευκαδίτης, φίλος της οικογένειας και εν τέλει αγαπητός αγωνιστής για τα ανέφικτα ιδεώδη για τα οποία όλοι αγωνιζόμαστε. Όσο για μέντορα του Σικελιανού, πιστεύω ότι ήτανε η δημοτική παράδοση και δευτερευόντως ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και ο Κωστής Παλαμάς - στο είδος της γραφής, δηλαδή τη βαρδική ρητορικότητα του 19ου αι. Κατά τα άλλα, οι πηγές του ήταν οι αρχαίοι, ο Όμηρος, ο Πίνδαρος και οι τραγικοί. Η Εύα Πάλμερ ήταν μια εξαιρετική γυναίκα που δόθηκε ψυχή τε και σώματι στην Ελλάδα που εκπροσωπούσε ο Άγγελος.
Δικοί μου δάσκαλοι, ασφαλώς, είναι πρώτα ο Κ.Π. Καβάφης και ο Γιώργος Σεφέρης. Μάλιστα, χθες αγόρασα το cd στο οποίο διαβάζει ο ίδιος [ο Σεφέρης] το καταπληκτικό εκείνο ποίημα, το «Μυθιστόρημα», που εκφράζει για πρώτη φορά τον τρόπο που εγώ -και ίσως μερικοί άλλοι- βίωσαν τον ελλαδικό χώρο και το ανεξήγητο εκείνο πράγμα τού να μιλάς ελληνικά τον 20ό αιώνα. Ξανάφερε την αίσθηση του χώρου που μας περιβάλλει, με τη φορμαλιστική του στειρότητα και τη σκληρή ομορφιά, με ένα τρόπο πλάγιας υποβολής. Μου ‘κανε εντύπωση πόσο μαλακή ήταν η ανάγνωσή του: νοσταλγική και συναισθηματική αλλά χωρίς ρητορεία, με έναν τόνο κάπως μονότονα ελεγειακό. Εγώ θα το διάβαζα διαφορετικά, όπως το έχω συχνά διαβάσει και στην αγγλική μετάφραση που έκανα πριν από χρόνια με τον Άγγλο ποιητή Bernard Spencer. (H αλληλογραφία μου με τον Σεφέρη έχει βγει στις εκδόσεις Ύψιλον).
Πηγή: indexonline.gr