Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

8 Ιουλ 2011

Ομιλία Στέφανου Πατάκη για την παιδεία στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης

Ομιλία Στέφανου Πατάκη στην εκδήλωση που οργάνωσε το ΕΚΕΒΙ στις 07/05/2011 στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης στη Θεσσαλονίκη με θέμα: «Τι μπορεί ακόμη να αλλάξει στην εκπαίδευση: προτάσεις και ιδέες». (*)

Ορισμοί

Ξεκινώντας την ομιλία αυτή, θεωρώ σκόπιμο να θέσω το θέμα: «Ποιοι είναι οι σκοποί της παιδείας και της εκπαίδευσης;».

Η εκπαίδευση (αυτή που παρακολουθεί τον μαθητή από την προσχολική ηλικία μέχρι να τελειώσει και το λύκειο) και η παιδεία γενικότερα βοηθούν τον άνθρωπο να βρει τον εαυτό του, να ανακαλύψει τον κόσμο γύρω του, να ενσωματωθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο και να αποτελέσει ένα δημιουργικό στοιχείο αυτού του συνόλου, να αποκτήσει τις βασικές γνώσεις που του χρειάζονται, αλλά συγχρόνως να γνωρίσει τον τρόπο να μαθαίνει και να αναπτύσσει τις ικανότητές του. Μέσα στην όλη αυτή διαδικασία εντάσσεται και η απαραίτητη προετοιμασία του μαθητή προκειμένου να αποκτήσει ένα επάγγελμα.

Στο τελευταίο σημείο πρέπει να σταθώ για λίγο. Η αριστερή κριτική συχνά κατηγορεί την κυβέρνηση και το κατεστημένο ότι με την πολιτική της στην παιδεία εξυπηρετεί τις ανάγκες του κεφαλαίου αγνοώντας τους άλλους βασικούς στόχους της παιδείας. Συντάσσομαι με αυτή την άποψη στον βαθμό που μας υπενθυμίζει ότι η παιδεία δεν έχει μοναδικό σκοπό να εφοδιάσει το παιδί με ένα εισιτήριο εισαγωγής σε κάποιο πανεπιστήμιο ή με τη δυνατότητα για κάποια επαγγελματική αποκατάσταση. Όμως από την άλλη μεριά δεν πρέπει να αγνοούμε ότι ο μαθητής θα πρέπει να αποκτήσει ένα επάγγελμα και ότι σε ένα καλά οργανωμένο κοινωνικό σύνολο θα πρέπει επίσης να γίνεται προσπάθεια να διαπιστωθούν οι ιδιαίτερες ανάγκες και ελλείψεις στην κατανομή των επαγγελμάτων. Αυτό θα μας οδηγήσει αναγκαστικά στη σχετική ενημέρωση των μαθητών και των γονέων τους, αλλά και σε μια ανάλογη διαμόρφωση του περιεχομένου των σπουδών, ώστε οι μαθητές και να παίρνουν στο σχολείο τις απαραίτητες βασικές γνώσεις και ανάλογα με τις κλίσεις τους και με τις ανάγκες στις οποίες αναφερθήκαμε προηγουμένως να προσανατολίζονται σε κάποιο επάγγελμα.

Είναι σαφές από τα παραπάνω ότι η παιδεία και η εκπαίδευση είναι στενά δεμένες με την όλη κοινωνία. Και είναι σαφές ότι η παιδεία και η εκπαίδευση μπορούν να λειτουργήσουν σωστά μόνο στο πλαίσιο μιας καλά οργανωμένης και υγιούς κοινωνίας. Αλλά και το αντίστροφο, δεν μπορεί να υπάρξει στέρεο κοινωνικό σύνολο χωρίς την αντίστοιχη παιδεία.

Πρέπει να κάνουμε ένα άλμα στο σημείο αυτό και να φανταστούμε ότι κατά κάποιο τρόπο όλη η κοινωνία είναι ένα απέραντο σχολείο, στο οποίο όλοι είμαστε διδάσκοντες και διδασκόμενοι.

Και επειδή υπάρχουν πολλές φορές αντιγνωμίες ανάμεσα στους ανθρώπους για τον σκοπό και το περιεχόμενο της παιδείας, καταλαβαίνουμε γιατί είναι απαραίτητος ένας συνεχής και πραγματικός διάλογος, αλλά και ενημέρωση όλων μας γύρω από τα θέματα αυτά. Δεν εννοώ βέβαια τους συνήθεις, πομπωδώς παρουσιαζόμενους, διαλόγους με τις επιτροπές σοφών και τα παρόμοια, αλλά την ουσιαστική καθημερινή μέριμνα που πρέπει να δείχνουμε στην πράξη όλοι μας, με τις προσπάθειες, τους προβληματισμούς, τη δοκιμή νέων μεθόδων, την ειλικρινή ανταλλαγή απόψεων.

Η κατάσταση της εκπαίδευσης σήμερα στη χώρα μας

Στο πλαίσιο των παραπάνω παραδοχών πρέπει να θέσουμε το ερώτημα: «Ποια είναι τα σημερινά προβλήματα που παρουσιάζει η ελληνική παιδεία και εκπαίδευση;».

Προσωπικά θεωρώ ότι η παθογένεια της σημερινής ελληνικής κοινωνίας αντικατοπτρίζεται στην παιδεία με πολλά χαρακτηριστικά. Πράγματι, διαπιστώνεται από τη μια μεριά ο συγκεντρωτισμός και η θρησκευτική προσήλωση σε αυθεντίες και από την άλλη η τάση που έχουμε όλοι μας να περιμένουμε τα πάντα από το κράτος και γενικότερα από τη διοίκηση. Ας προσθέσουμε το γεγονός ότι μεμψιμοιρούμε συνέχεια, πιστεύουμε ότι τίποτα το καλύτερο δεν μπορεί να γίνει στη χώρα μας, καταλήγοντας να αγνοούμε τα υγιή και δυναμικά στοιχεία αυτού του τόπου.

Ο συγκεντρωτισμός εκδηλώνεται με έναν κεντρικό μηχανισμό, είτε αυτός λέγεται Υπουργείο Παιδείας είτε Παιδαγωγικό Ινστιτούτο είτε όπως αλλιώς το συναντάμε, έναν μηχανισμό που καθορίζει με απόλυτη λεπτομέρεια κάθε κίνηση του μαθητή, του εκπαιδευτικού, ποια μέθοδο θα ακολουθήσει η διδασκαλία, ποια βιβλία θα χρησιμοποιηθούν, σε ποια απόλυτα συγκεκριμένη ύλη θα εξεταστούν οι μαθητές της γ΄ λυκείου για να εισέλθουν στις ανώτατες σχολές. Θέλετε ένα μικρό δείγμα; Υπάρχει από χρόνια εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας που απαγορεύει στον εκπαιδευτικό να συστήσει στους μαθητές του κάποια βιβλία για διάβασμα, κάτι που δείχνει δηλαδή ότι η πολιτεία δεν εμπιστεύεται τον εκπαιδευτικό για το εντελώς αυτονόητο. Μαθαίνω ότι τελευταία η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας έστειλε μια ερμηνευτική εγκύκλιο με την οποία αμβλύνει ή και καταργεί την απαγόρευση αυτή. Αν αυτό αληθεύει, πρέπει να χαιρετίσουμε αυτήν την απόφαση ως ένα βήμα προόδου.

Το σχολικό βιβλίο στο πλαίσιο του πνεύματος του συγκεντρωτισμού

Μια βασική όμως έκφραση αυτού του συγκεντρωτισμού είναι το σχολικό βιβλίο στην ελληνική εκπαίδευση. Η χώρα μας έχει μια θλιβερή πρωτοτυπία στο θέμα αυτό σε σχέση με όλον τον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο: σε όλα τα σχολεία της χώρας όλοι οι μαθητές για το ίδιο γνωστικό αντικείμενο (π.χ. για τη γλώσσα της πέμπτης δημοτικού) χρησιμοποιούν το ίδιο βιβλίο. Μέχρι πρότινος τα βιβλία αυτά γράφονταν κατ’ ανάθεση από συγγραφείς που επέλεγε το κράτος, παρέμεναν τα ίδια για δεκαετίες ολόκληρες χωρίς καμιά προσπάθεια διορθώσεως λαθών, χωρίς ανανέωση. Τα τελευταία χρόνια έγινε μια μικρή πρόοδος από την άποψη ότι η συγγραφή των σχολικών βιβλίων ανατίθεται σε κάποιους συγγραφείς κατόπιν διαγωνισμού, αλλά πάντοτε κάτω από τον αυστηρό έλεγχο των κρατικών υπηρεσιών και με διαδικασίες που γεννούν πολλά ερωτηματικά

Αυτό το σύστημα δημιουργεί έναν ασφυκτικό έλεγχο της όλης διαδικασίας παραγωγής και διακίνησης των εκπαιδευτικών βιβλίων από το κράτος:

- καλλιεργεί τη λατρεία του μοναδικού σχολικού βιβλίου. Το βιβλίο αυτό πολλές φορές το αποστηθίζει ο μαθητής. Αν έχει λάθη, αν είναι ξεπερασμένο επιστημονικά ή ιστορικά δεν έχει σημασία. Ό,τι γράφεται σ’ αυτό είναι σωστό. Στις πανελλαδικές εξετάσεις ο διορθωτής καθηγητής το έχει ανοιχτό δίπλα του για να ελέγξει αν ο μαθητής το ακολουθεί κατά γράμμα.

- καθώς το βιβλίο αυτό είναι μοναδικό σε όλη την επικράτεια, δεν λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε σχολείου (γεωγραφικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές), δεν λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές αντιλήψεις ή το διαφορετικό χαρακτήρα κάθε εκπαιδευτικού, ακόμα και τις συγκεκριμένες ανάγκες μιας συγκεκριμένης σχολικής τάξης. Ας σκεφτούμε την περίπτωση των σχολείων –και είναι πολλά στη χώρα μας– που έχουν μεικτές τάξεις, με παιδιά μεταναστών και ελληνόπουλα. Δεν είναι λογικό να δεχτούμε ότι για τις περιπτώσεις αυτές χρειάζονται ειδικά βιβλία, μια που το σχολείο έχει να αντιμετωπίσει παιδιά με διαφορετική μητρική γλώσσα, με μια νοοτροπία που χρωματίζεται από διαφορετικά πολιτισμικά στοιχεία;

- το σύστημα αυτό αποκλείει τον ανταγωνισμό παρεμποδίζοντας έτσι και την άνοδο της ποιότητας και την κατάθεση εναλλακτικών εκπαιδευτικών και επιστημονικών προτάσεων. Είναι σημαντικό το ότι στερεί από πολλούς άξιους ανθρώπους, εκπαιδευτικούς ή συγγραφείς ή και εκδότες, τη χαρά της δημιουργίας, τη δυνατότητα να εκφράσουν διαφορετικές απόψεις για τον τρόπο παρουσίασης των γνωστικών αντικειμένων, πράγμα που θα δημιουργούσε έναν διάλογο επιστημονικού και εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Αντίθετα δημιουργεί ένα κρατικίστικο πνεύμα στο πλαίσιο μιας γραφειοκρατίας που θεωρεί την παιδεία δικό της χώρο, τον οποίον πιστεύει ότι μπορεί να διοικεί κατά το δοκούν, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις ανάγκες και τα μηνύματα της κοινωνίας. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι φυσικό να δημιουργούνται σχέσεις εξάρτησης και διαπλοκής με αρνητικά αποτελέσματα.

Πώς αντιμετωπίζει ο υπόλοιπος ανεπτυγμένος κόσμος το σχολικό βιβλίο;

Στην υπόλοιπη Ευρώπη και στον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο τα καθιερωμένα βιβλία στην εγκύκλια εκπαίδευση κατά κανόνα εκδίδονται στο πλαίσιο ενός εγκεκριμένου αναλυτικού προγράμματος από εξειδικευμένους εκδότες σε συνεργασία με ομάδες συγγραφέων. Το κάθε σχολείο επιλέγει από τα πολλά διατιθέμενα βιβλία αυτά που κρίνει καλύτερα για το ίδιο και τα προμηθεύεται με χρηματοδότηση του κράτους ή της τοπικής αυτοδιοίκησης. Το σχολείο δανείζει αυτά τα βιβλία στους μαθητές, οι οποίοι με τη σειρά τους είναι υποχρεωμένοι στο τέλος του σχολικού έτους να τα επιστρέψουν σε κατάσταση τέτοια, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από άλλους μαθητές την επόμενη σχολική χρονιά. Η αντικατάσταση των βιβλίων αυτών από νέα βιβλία γίνεται κατά κανόνα κάθε τέσσερα ή πέντε έτη, οπότε συνήθως αλλάζει και εκσυγχρονίζεται το περιεχόμενο των σπουδών.

Η πρότασή μου για το σχολικό βιβλίο στη χώρα μας

Κάτι αντίστοιχο προτείνω να εφαρμοστεί και στη χώρα μας. Είναι αλήθεια ότι έγινε μια πρώτη δειλή αντίστοιχη προσπάθεια για το λεγόμενο πολλαπλό βιβλίο επί υπουργού Παιδείας Γεράσιμου Αρσένη, αλλά και αυτή η έστω και ελλιπής προσπάθεια, που πραγματικά πήγε να δώσει κάποια νέα ζωή στο εκπαιδευτικό σύστημα, δυστυχώς «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ»ανατράπηκε στη συνέχεια μέσα από τους κόλπους του Υπουργείου Παιδείας.

Η άποψη ότι το σύστημα αυτό είναι οικονομικά δυσβάστακτο δεν ευσταθεί. Τα βιβλία (εκτός από τα ειδικά τετράδια ασκήσεων στα οποία επάνω γράφει ο μαθητής)

σύμφωνα με το παράδειγμα των άλλων χωρών θα επιστρέφονται από τους μαθητές μετά το τέλος του σχολικού έτους, ώστε να τα χρησιμοποιήσουν οι μαθητές της ίδιας τάξης την επόμενη σχολική χρονιά. Την απόφαση για επιστροφή βιβλίων στο τέλος της χρονιάς ανακοίνωσε δοκιμαστικά προ καιρού το Υπουργείο Παιδείας και αμέσως ακούστηκαν οι συνήθεις αντιρρήσεις του εγχώριου λαϊκισμού περί δήθεν καταργήσεως της «δωρεάν παιδείας». Αυτοί που διατυπώνουν τέτοιες απόψεις παραγνωρίζουν το γεγονός ότι οι μαθητές κατά κανόνα στο τέλος της χρονιάς καταστρέφουν τα σχολικά βιβλία, τα πετάνε, καμιά φορά τα καίνε, περιφρονώντας έτσι τον κόπο του Έλληνα φορολογουμένου και δείχνοντας ασέβεια στο βιβλίο.

Αλλά στις ανεπτυγμένες χώρες το καλά οργανωμένο σχολείο δεν αρκείται μόνο σε ένα διδακτικό επιλεγόμενο εγχειρίδιο. Το κάθε σχολείο είναι εφοδιασμένο με μια πλούσια βιβλιοθήκη, ο μαθητής συχνά ανατρέχει σε αυτή για να δανειστεί κάποιο βιβλίο. Παράλληλα υπάρχουν εργαστήρια, ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Ο μαθητής έχει δυνατότητα και ελευθερία επιλογής και μπορεί να αναπτύξει δικές του πρωτοβουλίες. Έτσι π.χ. τα παιδιά διαβάζουν ολόκληρα λογοτεχνικά έργα είτε με τη σύσταση των εκπαιδευτικών είτε και με δική τους επιλογή.

Ας αναρωτηθούμε ποια είναι η επαφή που έχουν τα ελληνόπουλα με την ελληνική και την παγκόσμια λογοτεχνία. Ας δούμε ακόμα και τα ελληνικά αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία. Τα βιβλία των λογοτεχνικών κειμένων δεν περιέχουν τίποτα παραπάνω από μικρά αποσπάσματα ή μικρά κείμενα στα οποία συνήθως αρκούνται τα σχολεία. Και πάρετε ακόμα για παράδειγμα το αναλυτικό πρόγραμμα στην αρχαία ελληνική γραμματεία στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Θεωρώ απαράδεκτο να τελειώσει ένας μαθητής την εκπαίδευση και να μην έχει γνωρίσει τα μεγάλα έργα του αρχαίου δραματολογίου, όπως είναι ο Οιδίπους τύραννος, η Ορέστεια, ο Προμηθεύς δεσμώτης, η Μήδεια, αλλά και τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας (τα έργα του Σαίξπηρ, του Ντοστογιέφσκι, του Γκαίτε κτλ.).

Τα αποτελέσματα του συγκεντρωτικού πνεύματος

Αν τώρα αναρωτηθούμε ποια η σκοπιμότητα του συγκεντρωτισμού, εγώ θα τον εξηγούσα ως μια προσπάθεια του εκπαιδευτικού συστήματος να κρατήσει την κοινωνία χειραγωγημένη και ενωμένη. Όμως αυτό που καταφέρνει είναι το αντίθετο. Σε μεγάλο βαθμό η ελληνική κοινωνία παρουσιάζεται χωρίς συνοχή.

Ο κομματισμός, συνοδοιπορώντας με έναν βάναυσο λαϊκισμό, οι καταλήψεις στα σχολεία, η αδιαφορία των μαθητών ιδίως των μεγάλων τάξεων, το χειρότερο, η απαξίωση των εκπαιδευτικών εκ μέρους της κοινωνίας, η έλλειψη συνεργασίας, πολλές φορές, γονέων και εκπαιδευτικών, η αδιαφορία της τοπικής κοινωνίας σε πολλές περιπτώσεις, όλα αυτά είναι συνήθη χαρακτηριστικά της εκπαίδευσής μας σήμερα.

Γενικές προτάσεις για την αναβάθμιση της παιδείας στη χώρα μας

Μήπως όμως ήρθε ο καιρός, τώρα που η χώρα μας δοκιμάζεται από μια μεγάλη κρίση να δούμε και σοβαρά το θέμα της παιδείας; Αν ναι, πρέπει να εγκαταλείψουμε την αδιαφορία.

Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να καταλάβουμε την αξία της παιδείας. Τα μεγάλα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο σύγχρονος άνθρωπος και οι προκλήσεις της εποχής είτε οφείλονται στην έλλειψη παιδείας είτε αντιμετωπίζονται μόνο με την παιδεία. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, τα οικολογικά προβλήματα (υπερθέρμανση του πλανήτη, τα ατυχήματα τύπου Τσέρνομπιλ, Φουκουσίμα, Κόλπου του Μεξικού και γενικότερα η μόλυνση του περιβάλλοντος κτλ.), η διεθνής τρομοκρατία, η άνιση κατανομή του πλούτου, η μετανάστευση, η σύγκρουση θρησκειών και πολιτισμών, αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η δική μας χώρα είναι μερικά από αυτά.

Δεύτερον, να συνειδητοποιήσουμε ότι η παιδεία είναι υπόθεση όλων μας. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να περιμένουμε όλα να γίνουν από το κράτος ή από την υπόλοιπη κοινωνία, η δική μας ατομική προσπάθεια στον μικρόκοσμο του καθενός είναι απαραίτητη.

Το επόμενο βήμα: και ως πολιτεία και ως άτομα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στους εκπαιδευτικούς και στους γονείς. Οι εκπαιδευτικοί, παρότι καθημερινά μας δίνουν δείγματα πραγματικής αυτοθυσίας και δουλειάς που χαρακτηρίζεται από μεράκι, εντούτοις στην πλειονότητά τους συχνά νιώθουν αβοήθητοι. Διακρίνουμε συχνά μια απογοήτευση, που μπορεί να οφείλεται άλλοτε στην αδιαφορία των μαθητών και των γονέων για το εκπαιδευτικό έργο, άλλοτε στην έλλειψη ουσιαστικής βοήθειας από την ακαδημαϊκή κοινότητα, που είναι κλεισμένη στα γραφεία της και περιορίζεται σε θεωρητική διδασκαλία, αλλά ακόμα στο ότι απουσιάζει κυρίως το κίνητρο για πρωτοβουλία.

Η συνεχής μόρφωση του δασκάλου πρέπει να είναι το διαρκές μέλημά μας. Αν δώσουμε στον εκπαιδευτικό την ευκαιρία να έχει πρωτοβουλίες, αν αναβαθμίσουμε τη θέση του στην κοινωνία, αν εφαρμόσουμε σωστά κριτήρια και επιλογής και αξιολόγησης, αν του δώσουμε ευκαιρίες βελτίωσής του, αν επιβραβεύουμε τις επιτυχίες του, θα έχουμε θετικά αποτελέσματα.

Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρήσω ότι και στο θέμα αυτό, όπως και σε άλλα θέματα, πρέπει να κοιτάξουμε πώς αντιμετωπίζουν άλλες χώρες τα ίδια προβλήματα. Στη Γαλλία π.χ. ο πρωτοδιοριζόμενος εκπαιδευτικός τον πρώτο καιρό είναι δόκιμος και βρίσκεται υπό την καθοδήγηση παλαιότερων και έμπειρων εκπαιδευτικών. Μια αντίστοιχη προσπάθεια μαθαίνω ότι προγραμματίζει το Υπουργείο Παιδείας για το νέο σχολείο, κάτι που πρέπει να χαιρετίσουμε ως ένα ακόμα βήμα προόδου.

Και επειδή πρέπει να τονίσουμε πάλι ότι η παιδεία εξαρτάται περισσότερο από αυτό που γίνεται έξω από την τάξη και λιγότερο από αυτό που γίνεται μέσα στην τάξη, πρέπει όλοι μας ως γονείς, ως μεγάλοι γενικότερα να καταλάβουμε τις ευθύνες που έχουμε απέναντι στα παιδιά. Τα δικά μας ιδανικά, οι δικές μας συνήθειες πριν από όλα θα διδάξουν τα παιδιά. Το παιδί στο σπίτι του, στα παραδείγματα που παίρνει από όλη την κοινωνία θα μάθει να εκτιμά την αξία της γνώσης, θα μάθει να εκτιμά το σχολείο, θα αποκτήσει σωστή αγωγή.Αν στο σπίτι τα υποπροϊόντα της τηλεόρασης είναι το καθημερινό θέαμα της οικογένειας, αν ο γονέας πετάει το τσιγάρο του στον δρόμο, αν ο υπουργός καπνίζει σε κλειστούς χώρους παραβαίνοντας τους νόμους της πολιτείας, τι περιμένουμε να κάνει παραπέρα ο δάσκαλος ή ο μαθητής;

Ένα άλλο ζήτημα που πρέπει να μας απασχολεί στη λειτουργία του σύγχρονου σχολείου είναι η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας στη διδασκαλία. Είναι αλήθεια ότι πολλές δυνατότητες παρέχει το διαδίκτυο και γενικότερα η ψηφιακή τεχνολογία. Σήμερα υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν στον επαναστατικό ρόλο που θα παίξει η τεχνολογία στο σχολείο, ενώ από την άλλη μεριά υπάρχουν και οι επιφυλακτικοί απέναντι σε αυτήν. Νομίζω ότι το θέμα χρειάζεται σοβαρή αντιμετώπιση. Αντί να παριστάνουμε τους μελλοντολόγους ή να παίρνουμε από την αρχή θέσεις χωρίς προηγουμένως να έχουμε μια αντίστοιχη εμπειρία, είναι καλύτερο να πειραματιζόμαστε με προσοχή, να μελετούμε τα αποτελέσματα με αντικειμενικότητα και να προχωρούμε με σταθερά βήματα. Πάντα στον νου μας πρέπει να έχουμε ότι το κέντρο είναι ο άνθρωπος, ο μαθητής πρώτα, ο δάσκαλος και όλοι εμείς στη συνέχεια.

Προσωπικά φαντάζομαι ένα σχολείο στο οποίο υπάρχει συνεχής και δημιουργική συνεργασία εκπαιδευτικών, γονέων, μαθητών, τοπικής αυτοδιοίκησης, όλων των λοιπών παραγόντων της κοινωνίας. Το παιδί, που είναι το κέντρο της προσπάθειάς μας, θα πρέπει να μάθει να αγαπά και να σέβεται το περιβάλλον του και από την άλλη να αποκτήσει σταδιακά την ελευθερία που χαρακτηρίζει μια αναπτυγμένη προσωπικότητα. Και εδώ είναι το μεγάλο κατόρθωμα, να πετύχει κανείς την ισορροπία ανάμεσα στον σεβασμό από τη μια μεριά και την ελευθερία και την κριτική στάση απέναντι στη ζωή από την άλλη.

Όσο για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, αυτό πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να οδηγεί σε μια φυσιολογική ανάπτυξη του μαθητή. Κανένα σχολείο δεν θα πετύχει, αν δεν καταφέρει να κερδίσει την αγάπη του μαθητή. Αν συνδέσουμε τη γνώση με τις ανάγκες του παιδιού, με τη φυσική του τάση να δημιουργεί και να μαθαίνει, ξεκινώντας από αυτό που είναι το άμεσο περιβάλλον του, τα άμεσα ενδιαφέροντά του, ο τόπος του, η φύση γύρω του, τα πρόσωπα που συναντά γύρω του, η τοπική κοινωνία με την ιστορία της και τη σύγχρονη ζωή, τα προβλήματα, τα οικολογικά, οικονομικά και όποια άλλα, τότε θα το οδηγήσουμε εύκολα να γνωρίσει τον κόσμο όλο πέρα από το στενό του περιβάλλον. Τα παιδιά γενικά έχουν ανάγκη να καταλαβαίνουν ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτό που μαθαίνουν για κάποιο σκοπό και να αισθάνονται ότι δημιουργούν κάτι με τη γνώση που τους προσφέρεται. Μόνο παιδιά προικισμένα με έμφυτη κλίση αφοσιώνονται εύκολα στην απόκτηση αφηρημένων θεωρητικών γνώσεων, όπως η γνώση των μαθηματικών.

Σήμερα το μεγάλο πρόβλημα είναι η αναντιστοιχία, πολλές φορές, του περιεχομένου των σπουδών και αυτού που ζει το παιδί με τα χιλιάδες ερεθίσματα, τις απολαύσεις, τη θεοποίηση του χρήματος, το θέαμα, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Πώς θα πείσετε π.χ. ένα παιδί να ενδιαφερθεί να μάθει αρχαία ελληνικά; Μόνο η ανάγκη των εξετάσεων το αναγκάζει σήμερα να ασχοληθεί με αυτά. Εδώ είναι το μεγάλο στοίχημα για τον δάσκαλο, για όλους μας. Πώς να κάνουμε τη διαδικασία της γνώσης αγαπητή και ενδιαφέρουσα για τα παιδιά.

Στο πλαίσιο μιας τέτοιας προσπάθειας πριν από χρόνια προσπάθησε το Π.Ι. να κάνει πιο ζωντανή τη διδασκαλία δοκιμάζοντας αυτό που λέμε διαθεματικότητα ή διεπιστημονικότητα. Πρόκειται για μια σημαντική διαδικασία που εφαρμόστηκε στην Αγγλία στο δημοτικό σχολείο με την ονομασία cross curricularlearning. Είναι κάτι που χρειάζεται πολλή προσπάθεια και μεγάλη εξειδίκευση των εκπαιδευτικών για να επιτύχει. Στοχεύει στο να προσφέρει τη γνώση στους μαθητές με τρόπο δημιουργικό μέσα από σχέδια εργασίας και ομαδικές εργασίες-projects των μαθητών, κατά τη διάρκεια των οποίων το παιδί χρησιμοποιεί φυσικά και αβίαστα τις γνώσεις που αποκτά από όλα τα μαθήματα.

Δυστυχώς και εδώ είχαμε ένα δείγμα του γραφειοκρατικού συγκεντρωτισμού. Αυτό που σχεδιάστηκε βιαστικά στα γραφεία του Π.Ι. ήταν μια παρωδία. Θεωρήθηκε διαθεματικότητα το να ψάξει ο μαθητής να βρει στοιχεία για την κατασκευή των πέτρινων γεφυριών στην Ελλάδα, όταν διαβάζει το δημοτικό τραγούδι του «γιοφυριού της Άρτας», ή να βρει κείμενα λογοτεχνικά με φράσεις σχετικά με την αναπνοή, όταν μελετά το αντίστοιχο μάθημα της βιολογίας. Καταλαβαίνει κανείς αν έχουν αυτά κάποια αξία.

Μιλώντας για το περιεχόμενο της παιδείας, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι με τον θεσμό αυτό ετοιμάζουμε προσωπικότητες και ολοκληρωμένους πολίτες. Γι’ αυτό προσωπικά πιστεύω ότι, πέρα από τα καθιερωμένα μαθήματα, οι βασικές έννοιες της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, της φιλοσοφίας, ακόμα και της οικονομικής επιστήμης πρέπει με φυσικό τρόπο να περάσουν στο πρόγραμμα από τα πρώτα χρόνια μέχρι τα τελευταία της εκπαίδευσης, παράλληλα με μια αναμορφωμένη διδασκαλία της ιστορίας. Και ακόμα η επαφή με τις τέχνες, τον αθλητισμό, αλλά και η απόκτηση εντελώς πρακτικών γνώσεων απαραίτητων στην καθημερινή ζωή.

Ειδικότερα, μιλώντας για τις τέχνες και τη λογοτεχνία, θέλω να υποστηρίξω την άποψή μου ότι οι τέχνες και η λογοτεχνία είναι κάτι το οποίο πρέπει να βιώσει προσωπικά ο μαθητής. Διαβάζοντας ένα ποίημα του Σολωμού ή βλέποντας μια τραγωδία στο θέατρο ή κάποιο έργο του Σαίξπηρ ή ακούγοντας μια συμφωνία ή ένα κοντσέρτο του Μπετόβεν ανακαλύπτει μόνος του –και αυτό έχει σημασία– την τέχνη και ως περιεχόμενο και ως μορφή. Σημειώνω τα παραπάνω έχοντας στο μυαλό μου αυτό που γίνεται με τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, η οποία στη μέση εκπαίδευση έχει μετατραπεί κατά ένα μεγάλο μέρος σε διδασκαλία θεωρίας της λογοτεχνίας. Κάτι τέτοιο είναι καταστροφικό, πιστεύω, στην προσπάθεια να κάνουμε το παιδί να αγαπήσει τη λογοτεχνία. Βεβαίως ως ένα σημείο θα παρέμβει διακριτικά το σχολείο και ο δάσκαλος ώστε το παιδί να αποκτήσει ένα ερέθισμα και μια γενική γνώση του έργου και του συγγραφέα ή για να λύσει μερικά πρακτικά θέματα που καθιστούν δυσνόητο ένα κείμενο, αλλά πρέπει να αποφύγουμε τη συνεχή κατάτμηση των κειμένων σε στοιχεία και σε τεχνικές. Το παιδί δεν καλείται να γίνει ούτε θεωρητικός της λογοτεχνίας ούτε συγγραφέας. Αν έχει τέτοια κλίση κάποιο παιδί, θα βρει τον δρόμο του. Αλλά η μεγάλη πλειονότητα θα είναι αναγνώστες. Και αυτό είναι κάτι πολύ σπουδαίο.

Και από την τάση αυτή της σχολαστικής μελέτης των μερών και των στοιχείων προέρχεται και το γεγονός ότι διδάσκονται λίγα έργα – και αυτά αποσπασματικά. Για την αρχαία ελληνική γραμματεία π.χ. η προσωπική μου άποψη είναι ότι στον ίδιο χρόνο που διδάσκεται στην γ΄ γυμνασίου μια τραγωδία θα μπορούσαν να διδαχθούν πλήρως τρεις.

Και για να μην είμαστε ουτοπικοί και αιθεροβάμονες, ας μην παραλείψουμε να πούμε ότι και η υποδομή του σχολείου είναι αναγκαία.

Συνήθως παραπονιόμαστε για την αδιαφορία του κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης για την κακή κατάσταση των σχολείων μας. Και βέβαια είμαστε μάρτυρες κακοδιαχείρισης σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Όμως και όταν το κράτος εκσυγχρονιστεί και νοικοκυρευτεί, και πάλι τότε δεν θα μπορεί να επαρκεί πλήρως. Πάντοτε θα υπάρχουν περιθώρια για βελτιώσεις. Αυτό σημαίνει ότι και με την προσωπική μας προσπάθεια και με τα μέσα που ο καθένας διαθέτει πρέπει να στηρίζουμε το σχολείο των παιδιών.

Ο καθένας μπορεί να προσφέρει, είτε με την παρουσία του ή την προσωπική του δουλειά, είτε ενισχύοντας οικονομικά το σχολείο, είτε με τις γνώσεις και τις συμβουλές του. Και οι μαθητές πρέπει να μάθουν να σέβονται την περιουσία του σχολείου, να βοηθούν στη λειτουργία του, στον ευπρεπισμό του, στην καθαριότητά του. Πρέπει να ενθαρρύνουμε μια τέτοια συμπεριφορά.

Καθώς θα συναντιόμαστε σε μια τέτοια κοινή προσπάθεια, ουσιαστικά θα επικοινωνούμε ως άνθρωποι, θα κάνουμε έναν πραγματικό διάλογο για την παιδεία, θα ενισχύουμε τους δεσμούς που μας είναι απαραίτητοι για μια ειρηνική συνύπαρξη στον μικρό κόσμο στον οποίο ζούμε. Η επικοινωνία είναι το απαραίτητο στοιχείο στην ανθρώπινη ύπαρξη. Εξάλλου τι άλλο εκτός από επικοινωνία είναι και η συζήτηση που οργάνωσε το ΕΚΕΒΙ για τα θέματα της παιδείας και η δική μου αυτή παρέμβαση;

Γι’ αυτό λοιπόν θα ήθελα και να ακουστεί η δική μου άποψη αλλά και εγώ να ακούσω μια απάντηση σε όσα ανέπτυξα παραπάνω αλλά και οποιαδήποτε άλλη σκέψη ή πρόταση.

(*) Η παραπάνω ομιλία δεν διαβάστηκε ολόκληρη λόγω του περιορισμένου χρόνου που δόθηκε στον ομιλητή.