Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

26 Ιαν 2013

Οι πεσόντες, WALLACE STEVENS

Ο Θεός και όλοι οι άγγελοι λικνίζουν τον κόσμο
Τώρα που το φεγγάρι ανεβαίνει με τη ζέστη

Κι οι γρύλοι βουίζουν πάλι στο γρασίδι. Το φεγγάρι
Κλαίει στο νου χαμένες αναμνήσεις.

Πλάγιασε αυτός κι ο άνεμος της νύχτας φυσάει πάνω του, εδώ.
Οι καμπάνες αργοχτυπούν. Δεν είναι ύπνος αυτός.
Είναι πόθος

Αχ ναι, πόθος... έτσι που γέρνει στο κρεβάτι του
Στους αγκώνες του στηριγμένος, στο κρεβάτι του,

Κοιτάζοντας, τα μεσάνυχτα, το μαξιλάρι που είναι μαύρο
Στο καταστροφικό δωμάτιο... πέρα απ' την απόγνωση

Σαν ένστικτο πιο βαθύ. Τι είναι αυτό που ποθεί;
Μα αυτό δεν μπορεί να το ξέρει ο άνθρωπος που σκέπτεται,

Αλλά την ίδια τη ζωή, τον πόθο που εκπληρώνεται
Στο άλεσμα του χρόνου, κοιτάζοντας επίμονα

Ενα κεφάλι στο μαξιλάρι, στα σκοτεινά,
Πλατύτερο από σουδάριο**, μιλώντας τη γλώσσα

Των απολύτων, ένα κεφάλι ασώματο
Με χείλη πρησμένα από ταραχές κι αντάρτικες φωνές

Το κεφάλι ενός απ' τους πεσόντες, γερμένο
Στο μαξιλάρι ν' αναπαυθεί και να μιλήσει

Να μιλήσει και να πει τις άσπιλες συλλαβές
Που μίλησε κάνοντας μόνο αυτό που έκανε.

Ο Θεός και όλοι οι άγγελοι, αυτός ήταν ο πόθος του,
Που το κεφάλι του τώρα θολώνει εδώ, για τέτοιο πόθο πέθανε.

Γεύση αίματος στα μαρτυρημένα χείλη του,
Ω συνταξιούχοι, ω δημαγωγοί και μισθωτές!

Αυτός ο θάνατος ήταν η πίστη του, αν και ο θάνατος είναι μία πέτρα.
Αυτός ο άνθρωπος λάτρευε τη ζωή, όχι τον παράδεισο, μέχρι τον θάνατο.

Ο άνεμος της νύχτας φυσάει πάνω σ' αυτόν που κάνει όνειρα, σκυφτός
Πάνω σε λέξεις που είναι ο φλύαρος ήχος της ζωής.



Ποίημα από την έκδοση Ο άντρας με τη μπλε κιθάρα, Εκλογή από τα άπαντα,
εισ.-μτφρ.: Γιώργος Σπέντζος, Εκδόσεις Δωδώνη 2000