Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Ειδήσεις Google

8 Νοε 2013

Παρέμβαση σε μαθητές με ΔΕΠΥ στο σχολικό πλαίσιο, Νίκος Τομαράς

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Ιστοσελίδα του Πανελληνίου Σωματείου Ατόμων με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ),  ADHD Hellas
Διαβάστε το και από εδώ
....................................................................................................

! Τα παρακάτω είναι αποσπάσματα από το βιβλίο 
*      του Νίκου Τομαρά «Μαθησιακές Δυσκολίες –
      Ισότιμες ευκαιρίες στην εκπαίδευση», 
      Εκδόσεις Πατάκη






και αποτέλεσαν τα κεντρικά σημεία 
της εισήγησής του στην ημερίδα με τίτλο : 
Τα πολλαπλά πρόσωπα της ΔΕΠΥ







Αποδοχή της διαφορετικότητας
Η ικανότητα της μάθησης ανήκει μαζί με τη γλώσσα και την επικοινωνία στα βασικά, έμφυτα, ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Οι δυσκολίες στη μάθηση που συναντούσαν ορισμένα άτομα θεωρούνταν για αιώνες φυσική συνέπεια του γεγονότος ότι όλοι οι άνθρωποι δεν είναι το ίδιο ικανοί. Η άποψη αυτή ενοχοποιούσε το ίδιο το άτομο για την αποτυχία του και συνηγορούσε στην εγκατάλειψή του από το εκπαιδευτικό σύστημα. Η σύγχρονη αντίληψη αναγνωρίζει ίδιες δυνατότητες στα άτομα με διαφορές μάθησης και εστιάζεται στην ανάπτυξη εναλλακτικών μεθόδων και προσεγγίσεων εκμάθησης.


Μαθησιακά  προβλήματα και μαθησιακές δυσκολίες
Σύμφωνα με τον ορισμό που είναι περισσότερο αποδεκτός από την επιστημονική κοινότητα σήμερα , «οι μαθησιακές δυσκολίες  ή ειδικές μαθησιακές δυσκολίες ή ειδικές εξελικτικές μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ετερογενή ομάδα διαταραχών,  οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην απόκτηση ή τη χρήση των δεξιοτήτων της ακρόασης, της ομιλίας, της ανάγνωσης, της γραφής, του συλλογισμού ή των μαθηματικών ικανοτήτων.

Αυτές οι διαταραχές είναι εγγενείς στο άτομο, θεωρείται ότι οφείλονται σε δυσλειτουργίες του κεντρικού νευρικού συστήματος και μπορεί να εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Προβλήματα σε συμπεριφορές αυτορρύθμισης, στη διαπροσωπική αντίληψη και στην κοινωνική αλληλεπίδραση μπορεί να παρουσιάζονται παράλληλα με τις μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δε συνιστούν τα ίδια μαθησιακή δυσκολία.

Αν και οι μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να εμφανίζονται και με άλλες καταστάσεις μειονεξίας (π.χ. αισθητηριακή βλάβη, νοητική υστέρηση, σοβαρή συναισθηματική διαταραχή) ή με εξωτερικές επιδράσεις, όπως οι πολιτισμικές διαφορές, η ανεπαρκής ή ακατάλληλη διδασκαλία, δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων ή επιδράσεων»  (Hammill, 1990) .



Γενικά χαρακτηριστικά

  • Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες εμφανίζουν «ανώριμη και ανοργάνωτη συμπεριφορά» σε βαθμό, συχνότητα και διάρκεια που ξεχωρίζουν από τους συμμαθητές τους. Η έλλειψη οργάνωσης είναι εμφανής ακόμα και στη σχολική τσάντα, στο δωμάτιό τους, στα συρτάρια της ντουλάπας τους, στα παιχνίδια τους, στον τρόπο που μελετούν τα μαθήματά τους.
  • Δυσκολεύονται στην επιλογή, στην ταξινόμηση, στην αποθήκευση και γενικά στην οργάνωση των πληροφοριών που δέχονται στο αρχείο του μυαλού τους.
  • Δυσκολεύονται πολύ στις αλληλουχίες, δηλαδή, να μάθουν τις μέρες της βδομάδας, τους μήνες και τις εποχές του χρόνου, να δένουν τα κορδόνια τους, να βρίσκουν ένα όνομα στον τηλεφωνικό κατάλογο, να βρίσκουν μια λέξη στο λεξικό κ.λπ.
  • Έχουν περιορισμένη συγκέντρωση προσοχής, κουράζονται πιο εύκολα από τους συμμαθητές τους, διότι ο μηχανισμός φιλτραρίσματος του εγκεφάλου, ο οποίος ξεχωρίζει το άσχετο και επουσιώδες επιτρέποντας στο άτομο να συγκεντρωθεί σ’ αυτό που είναι ουσιώδες, δε λειτουργεί (S. Smith, Απόψεις, 1990). Έτσι, προσέχουν εξίσου με τον εκπαιδευτικό που εξηγεί,  τα βήματα που ακούγονται έξω στο διάδρομο.
  • Πολλά από τα παιδιά αυτά μπορεί να είναι πολύ ικανά σε μία ή περισσότερες δεξιότητες και πολύ αδύνατα σε άλλες.
  • Δυσκολεύονται να ακολουθούν περίπλοκες οδηγίες.
  • Αποδιοργανώνονται σε ατμόσφαιρα άγχους και έντασης.
  • Θυμούνται το πρόγραμμα της τηλεόρασης, αλλά όχι την ορθογραφία απλών καθημερινών     λέξεων.
  • Δείχνουν απογοητευμένα, απρόθυμα για σχολική εργασία γι’ αυτό και η ει­κόνα που έχουν για τον εαυτό τους είναι πολύ κακή (χαμηλή αυτοεκτίμηση).


ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ – ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ (ΔΕΠ-Υ)
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητα είναι μια διαταραχή που συνήθως πρωτοεμφανίζεται στη νηπιακή ηλικία, έχει τη μεγαλύτερη ένταση στη σχολική ηλικία και σε πολλές περιπτώσεις εξακολουθεί να παραμένει σοβαρό πρόβλημα στην εφηβεία και στην ενήλικη ζωή.

Τα παιδιά με ΔΕΠ – ΔΕΠΥ δυσκολεύονται στην παρακολούθηση του μαθήματος και στις σχέσεις τους με τους δασκάλους. Τις περισσότερες φορές η συμπεριφορά τους είναι απρόβλεπτη. Στο οικογενειακό και στο ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον φαίνεται πως έχουν δυσκολίες στην επικοινωνία και την προσαρμογή σε καινούριες καταστάσεις. Πολλές φορές η επιθετικότητα που παρουσιάζουν δυσκολεύει περισσότερο την επικοινωνία τους με τους άλλους και τα οδηγεί σε απομόνωση.



Η διαταραχή αυτή χαρακτηρίζεται από ελλειματική προσοχή / διάσπαση, υπερκινητικότητα, και παρορμητικότητα.


Ελλειμματική προσοχή / Διάσπαση
  • Ο μαθητής δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στη λεπτομέρεια και κάνει λάθη απροσεξίας.
  • Διασπάται εύκολα από εξωτερικά ερεθίσματα.
  • Φαίνεται να μην ακούει.
  • Παρουσιάζει περιορισμένο εύρος προσοχής κατά τη διάρκεια  δραστηριοτήτων και εργασιών.
  • Δυσκολεύεται στην ολοκλήρωση εργασιών.
  • Αποφεύγει ή εκφράζει δυσαρέσκεια για εργασίες που απαιτούν  αδιάσπαστη προσοχή.
  • Δυσκολεύεται στην οργάνωση εργασιών και δραστηριοτήτων.
  • Χάνει ή ξεχνάει πολύ συχνά βιβλία, εργασίες, στυλό κ.λπ.


Υπερκινητικότητα
  • Κινείται νευρικά ή στριφογυρίζει στη θέση του.
  • Φεύγει συχνά από το θρανίο του στο σχολείο.
  • Τρέχει ή σκαρφαλώνει υπερβολικά.
  • Βρίσκεται συνέχεια «εν κινήσει» ή έχει την τάση για συνεχή δράση.
  • Φλυαρεί.


Παρορμητικότητα
  • Δε σκέφτεται πριν ενεργήσει.
  • Διακόπτει συζητήσεις και δραστηριότητες άλλων.
  • Απαντάει σε ερωτήσεις πριν τις ολοκληρώσει ο ομιλητής.
  • Δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του, όταν αυτό απαιτείται.
  • Ολοκληρώνει βιαστικά και με προχειρότητα τις εργασίες του.




Αντιμετώπιση

Μετά τη διάγνωση που γίνεται από εξειδικευμένη ομάδα (ψυχολόγο, παιδοψυχίατρο, ειδικό παιδαγωγό κ.ά.) καταρτίζεται εξατομικευμένο αποκαταστασιακό πρόγραμμα το οποίο περιλαμβάνει:


  • Ενημέρωση των γονέων και των εκπαιδευτικών  σχετικά με τη συγκεκριμένη διαταραχή, ώστε να αναγνωριστεί η προβληματική συμπεριφορά ως αδυναμία του παιδιού να ελέγξει τον εαυτό του και όχι ως ανυπακοή ή ως συνέπεια κακής ανατροφής.
  • Εκπαίδευση των γονέων και συνεργασία τους με τους εκπαιδευτικούς  για την αντιμετώπιση των ανεπιθύμητων συμπεριφορών.
  • Ατομικές συνεδρίες με το παιδί, που στόχο θα έχουν την αλλαγή της συμπεριφοράς του.
  • Συνεργασία με το σχολείο για την αντιμετώπιση προβλημάτων συμπεριφοράς και μάθησης.
  • Ενισχυτική διδασκαλία στις περιπτώσεις που συνυπάρχει Ειδική Μαθησιακή Διαταραχή.
  • Φαρμακοθεραπεία για τις πολύ σοβαρές περιπτώσεις.




Ο ρόλος της οικογένειας


  • Οι γονείς δεν πρέπει να νιώθουν ενοχές αφού ούτε οι ίδιοι ούτε το παιδί τους ευθύνεται για την κατάσταση αυτή.
  • Η μελέτη του πρέπει να γίνεται σε σταθερή ώρα και πριν από το παιχνίδι, το οποίο μπορεί να αποτελέσει και αμοιβή για την εργασία που θα κάνει.
  • Μετά από ένα κουραστικό πρωινό στο σχολείο (85% του συνολικού χρόνου κάθεται) το υπερκινητικό παιδί χρειάζεται κίνηση.
  • Καλό είναι να έχει το δικό του δωμάτιο. Τα παιδιά αυτά χρειάζονται χώρους όπου θα μπορούν να αποσυρθούν για πολλές ώρες. Κοιμούνται καλύτερα εάν τους διαβάσει κανείς στο κρεβάτι μια ενδια­φέρουσα ιστορία ή ένα παραμύθι.
  • Ο αθλητισμός είναι ιδιαίτερα ωφέλιμος για το υπερκινητικό παιδί.



Ο ρόλος του σχολείου

Οργάνωση:
  • Ο εκπαιδευτικός  βάζει όρους και στόχους για όλη την τάξη, για το κάθε μαθητή ξεχωριστά.
  • Δείχνει στους μαθητές την τεχνική της μελέτης και την επαναλαμβάνει σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Εργασίες:
  • Αποφεύγει ερωτήσεις με πολλά σκέλη.
  • Προτιμά σύντομες ερωτήσεις με απλουστευμένη γλώσσα.
  • Εναλλακτικά δίνει το δικαίωμα της παρουσίασης των εργασιών σε σχεδιάγραμμα ή σε μορφή σημειώσεων.

Παράδοση μαθήματος:
  • Ξεκινά από τα γνωστά προηγούμενα, χρησιμοποιώντας λέξεις – κλειδιά.
  • Ο ρυθμός δεν πρέπει να είναι ούτε αργός αλλά ούτε και γρήγορος.
  • Χρησιμοποιεί χάρτες, χρωματιστές κιμωλίες, εφημερίδες, περιοδικά (πολυαισθητηριακή μέθοδος).
  • Απευθύνεται ονομαστικά σε κάποιους μαθητές ανά τακτά διαστήματα.


Τάξη:
  • Ο μαθητής κάθεται με «ήσυχους» συμμαθητές του.
  • Του δίνεται η ευκαιρία να κινηθεί (να γράψει στον πίνακα, να δείξει στο χάρτη…).
  • Του επιτρέπεται η κίνηση σε «προκαθορισμένες περιοχές» όπως επίσης - κατόπιν συμφωνίας -  να απασχολεί τα χέρια του με κάτι…


Αξιοποιώντας την εμπειρία των ενηλίκων, ολόκληρη η τάξη μπορεί να εφαρμόσει έναν κώδικα λειτουργίας, με συγκεκριμένους κανόνες, οι οποίοι θα τηρούνται από όλα τα παιδιά της τάξης, όπως τηρείται ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας ( Κ.Ο.Κ.) από τους οδηγούς.


Παράδειγμα: "Κανόνες Δημοκρα­τίας"
  • Σηκώνω πάντα το χέρι μου πριν μιλήσω.
  • Περιμένω να έρθει η σειρά μου.
  • Περιμένω να τελειώσει αυτός που μιλάει.
  • Ακούω και προσέχω αυτόν που μιλάει.
  • Δεν κοροϊδεύω κανέναν γι’ αυτά που λέει.

Οι πέντε αυτοί κανόνες μπορούν να γραφτούν σ’ ένα μεγάλο χαρτί με ευανάγνωστα γράμματα και να κρεμαστούν στον τοίχο ώστε να μπορεί να τα διαβάζει το κάθε παιδί από οποιοδήποτε σημείο της αίθουσας. Ενδείκνυται ακόμα περισσότερο όταν υπάρχει υπερκινητικό παιδί στο τμήμα.

Τα υπερκινητικά παιδιά χρειάζονται κατά τη διάρκεια του μαθήματος κάποια χρονικά διαστήματα με δραστηριότητα. Γι’ αυτό τα περισσότερα έχουν αναπτύξει  δικές τους στρατηγικές εκτόνωσης όπως, π.χ. πηγαίνουν να πιουν νερό ή κάθε μισή ώρα πηγαίνουν στην τουαλέτα.


Εκπαιδευτικός και μαθητές  με μαθησιακές δυσκολίες

Έγκαιρη διάγνωση
Ο εκπαιδευτικός    :
  • Δεν κάνει διάγνωση (παραπέμπει σε ειδικό)
  • Δε χαρακτηρίζει μαθητή ως μαθητή με μαθησιακές δυσκολίες ή το αντίθετο
  • Ενημερώνει τους γονείς ως προς τα συμπτώματα
  • Ενθαρρύνει και τονώνει την αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του μαθητή
  • Δεν αδιαφορεί και δεν απογοητεύεται
  • Δεν αφήνει αβοήθητο τον «αδύναμο» μαθητή του

Μοναδικότητα περιπτώσεων
Σε κάθε παιδί με μαθησιακές δυσκολίες παρατηρούμε:
  • Διαβάθμιση και διαφορετικό συνδυασμό συμπτωμάτων
  • Χάσμα δυνατότητας απόδοσης
  • Διαφορετικό τρόπο αντίληψης


             

Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες δεν υστερούν
σε σχέση με τα άλλα παιδιά, απλώς:
ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ
(καταγράφουν, επεξεργάζονται, κατανοούν, οργανώνουν, απομνημονεύουν)
ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΤΡΟΠΟ ΚΑΙ ΡΥΘΜΟ.





Όπως σε όλα στη ζωή μας έτσι και εδώ απαραίτητη είναι η ύπαρξη μιας φιλοσοφίας.    Ας προσπαθήσουμε να δομήσουμε το βασικό της ιστό.






  • Χαιρόμαστε τα παιδιά τώρα
  • Αποδεχόμαστε την ατομικότητά τους
  • Διαχωρίζουμε το συναίσθημα από τη συμπεριφορά
  • Είμαστε σύμμαχοι και όχι κριτές
  • Εμπιστευόμαστε τις ικανότητες των παιδιών μας να δημιουργούν δικές τους λύσεις
  • Ασκούμε πειθαρχία με αίσθηση δικαίου
  • Είμαστε ευέλικτοι και συμβιβαστικοί


Τα λόγια πληγώνουν

Δυστυχώς λίγοι εκπαιδευτικοί και γονείς αντιλαμβάνονται τα τραύματα που προκαλούν σ’ ένα παιδί με τα λόγια που λένε όταν είναι θυμωμένοι. Οι γονείς, οι παππούδες, οι γιαγιάδες και οι  εκπαιδευτικοί απο­τελούν τα σημαντικότερα πρότυπα στα οποία προστρέχουν τα παιδιά για αποδοχή. Συνεπώς, είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι τα αρνητικά φορτισμένα επίθετα ή οι απειλές μπο­ρεί να έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στην αυτοεκτίμηση των παιδιών, καθώς τα ταπεινώνουν, τους δημιουργούν φόβο και τα υποβιβάζουν.




Τα λόγια μπορούν να μειώσουν την αυτοπεποίθηση:
  •      Ταμπέλες («Ανόητε», «Τεμπέλη», «Κακέ»)
  •    Συγκρίσεις («Γιατί δε μπορείς να είσαι τόσο έξυπνος όσο η      αδερφή σου;») 
  •    Απόρριψη («Δε σε αγαπώ. Φύγε.»)
  •    Ταπεινώσεις («Δε μπορείς να κάνεις τίποτα σωστά», « Έχεις  πρόβλημα»)
Ίσως τίποτα από τα παραπάνω να μην εννοούσατε και πιθανόν σύντομα να τα έχετε ξεχάσει. Το παιδί όμως δύσκολα θα τα ξεχάσει.



Αντί επιλόγου
Η υλοποίηση των προ­τάσεων για τη σωστή εκπαίδευση των μαθητών με μαθησιακές ιδιαιτερότητες προϋποθέτει εκπαιδευτικούς με εξυπνάδα, χιούμορ, ευέλικτες διδακτικές μεθόδους και στρατηγικές, ευαισθησία, υπομονή και πλήρη γνώση του τι θα διδαχθεί, πώς και γιατί.

Έχει διεθνώς υποστηριχτεί πως το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών με δυσκολίες μάθησης έχει τη νοημοσύνη, την ικα­νότητα και τον ενθουσιασμό να προο­δεύσει σχολικά αν αντιμετωπιστεί με το σωστό τρόπο. Το ίδιο ισχύει και για τα προικισμένα παιδιά.

Σε έρευνα για τη σχολική διαρροή  οι κυριότεροι λόγοι, που επικαλέστηκαν οι μαθητές για να δικαιολογήσουν τη διακοπή της φοίτησής τους, ήταν κατά σειρά προτεραιότητας:
  • οι μαθησιακές δυσκολίες (29,6 %),
  • οι οικονομικές ανάγκες της οικογένειάς τους και η πρόθεσή τους να δουλέψουν (24,4 %),
  • η αδιαφορία για τα μαθήματα ή η απαρέσκεια για το σχολείο, σε συνδυασμό με την έλλειψη συμβουλευτικής και επαγγελματικού προσανατολισμού (16,8 %)
  • και - σε χαμηλότερα ποσοστά - προβλήματα με την οικογένεια, την υγεία τους και άλλους παράγοντες.

Σε άλλη έρευνα θα δούμε ότι εξαιτίας της έλλειψης πρόληψης και ειδικού σχεδιασμού για τις ανάγκες των προικισμένων παιδιών  συχνά αυτά  παρουσιάζουν χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο, προβλήματα συμπεριφοράς ή κοινωνικής προσαρμογής. Τα μισά χαρισματικά παιδιά μάλιστα  εγκαταλείπουν τις σπουδές τους πριν φτάσουν στην εφηβεία. Πολλοί γονείς δεν καταλαβαίνουν την ιδιαίτερη φύση των παιδιών τους και τα αντιμετωπίζουν ως «μεγάλο πρόβλημα» .

Οπωσδήποτε, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση για τον εκπαιδευτικό, από το να δει τους κόπους του ν’ ανταμείβονται, παρακολου­θώντας τη σχολική πρόοδο των μαθητών του, τη σχολική και κοι­νωνική τους ενσωμάτωση και την επι­τυχή ένταξή τους στην παραγωγική δια­δικασία και στην ενεργό ζωή του ενήλικα.

Η πραγματικότητα της σχολικής τάξης μάς παραπέμπει σε άτομα με διαφορετική προσωπικότητα, ιδιαίτερες κλίσεις και ειδικές ικανότητες, προσωπικό ρυθμό μάθησης και ατομικές αδυναμίες.

Ο δρόμος της διαφοροποίησης της διδασκαλίας είναι πια αναγκαιότητα. Το σχολείο σε πρώτη φάση αν δεν μπορεί να τα βοηθήσει συστηματικά, ας φροντίσει τουλάχιστον να μην τα αδικήσει.