Περισσότερες από μια φορές ο Πλάτων λέει ότι ο στόχος αυτού που μετέχει στη διαδικασία της γνώσης είναι η άνοδος σε μια έσχατη, υπερβατική αρχή. Μπορεί να μιλά για την άνοδο από υπόθεση σε υπόθεση σε κάτι που είναι αρκετό (ικανόν, Φαίδων 99d-107b)∙ ή για την ανιούσα γνώση του Ωραίου, από την παρατήρηση ωραίων σωμάτων στη γνώση του ηθικά ωραίου και από εκεί στη θέαση του ίδιου του Ωραίου (Συμπόσιο 210a κε.)∙ ή για την κλιμάκωση των τρόπων της γνώσης, από τους οποίους ο ύψιστος, η νόησις, αναγνωρίζει την αρχή των πάντων (Πολιτεία 509d-511e). Γεγονός είναι ότι σε παλαιότερες εποχές τη σημασία των χωρίων αυτών όχι μόνο δεν την παραγνώρισαν, αλλά έβλεπαν στην στάση για «άνοδο» και υπέρβαση» την ουσία του πλατωνισμού. Πολύ σπανιότερα, αντίθετα, αναγνώρισαν ότι ακριβώς η κίνηση της ανόδου αποτελεί το πραγματικό θέμα της δραματικής μιμήσεως στους διαλόγους. Και όσες φορές το διέβλεψαν, τόνισαν ως επί το πλείστον την ίδια την άνοδο ξεχνώντας ταυτόχρονα ότι οι διάλογοι δείχνουν πάντοτε μόνο ένα κομμάτι της κίνησης προς τα πάνω, ενώ με αρκετή σαφήνεια δηλώνουν ότι σκόπιμα μπαίνουν όρια στη διαδικασία.
Η συνέχεια εδώ