Οι δύο σπουδαίοι σύγχρονοι Έλληνες ποιητές καταθέτουν στην Δευτέρα 6 Ιουνίου τις πολύτιμες απόψεις τους για την ποίηση κάτω από τον έναστρο ουρανό στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
«Οι δύο ποιητές θα συνομιλήσουν για την ποίηση σήμερα» μέσα από τη δική τους οπτική. Επιχειρώντας μια πρακτική προσέγγιση της ποίησης, θα μιλήσουν στο κοινό για το πώς γράφονται τα ποιήματα και θα ανταλλάξουν απόψεις μεταξύ τους. Ο σχεδιασμός της εκδήλωσης και ο συντονισμός της συζήτησης ανήκουν στον Νάσο Βαγενά.
Από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς ποιητές, ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928 και μεγάλωσε σε καλλιτεχνικό περιβάλλον. Οι γονείς του ήταν ηθοποιοί και η αδελφή του πατέρα του ήταν η ποιήτρια Λιλή Ιακωβίδη. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και άσκησε για μια περίοδο το επάγγελμα του δικηγόρου. Στην Κατοχή πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Υπηρέτησε τη θητεία του στη Μακρόνησο και έπειτα εξορίστηκε στον Αι-Στράτη. Στη συνέχεια έζησε στην Αθήνα ως αδειούχος εξόριστος. Σπούδασε κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού με τον Λυσιέν Γκολντμάν και εργάστηκε ως ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας (CNRS).
Υπήρξε από τους ιδρυτές του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης και συμμετείχε στη συντακτική επιτροπή του επί μία πενταετία. Μετά από μια σύντομη παραμονή στην Ελλάδα, οπότε και εργάστηκε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, αναγκάστηκε να επιστρέψει λόγω της δικτατορίας στο Παρίσι, όπου ανέπτυξε δράση ενάντια στη Χούντα. Συνέγραψε πολλά κοινωνιολογικά έργα, ως επί το πλείστον στα γαλλικά και εργάστηκε σε οργανισμούς του ΟΗΕ στο Παρίσι και στη Ρώμη (Unesco, FAO). Από το 1975 που επέστρεψε στην Ελλάδα εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και μεταφραστής λογοτεχνίας. Το 1982 επανήλθε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και εργάστηκε επίσης στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.
Η πρώτη εμφάνιση του Τίτου Πατρίκιου στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό Ξεκίνημα της Νιότης, ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο Χωματόδρομος, για την οποία ο Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε: «Το ποιητικό του ταμπεραμέντο έχει τη σφραγίδα της γνησιότητας. Η φωνή του μας ζεσταίνει. Το ταλέντο του είναι δεμένο με το χώμα και με την ψυχή, με τους ανθρώπους και με την ατμόσφαιρα της εποχής του. Έχει οξύ βλέμμα, αναπτυγμένο αισθητήριο, έχει την ικανότητα να δημιουργεί ικανοποιητικές προεκτάσεις με τα πιο απλά μέσα».
Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία, ενώ έχει γράψει πολλά μικρά δοκίμια για τη λογοτεχνία, τη μετάφραση αλλά και την πολιτική τους διάσταση. Μολονότι, όπως δήλωσε κάποτε ο ίδιος, «το στοίχημα της ζωής του» ήταν να γίνει ποιητής, εξίσου σημαντική πρέπει να θεωρηθεί και η παρέμβασή του σε ζητήματα πολιτικής, αφού υπήρξε ένας από τους πιο τολμηρούς στοχαστές που διαθέτουμε.
Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Ειδικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, ενώ τον Μάρτιο του 2011 αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Εναλλάσσοντας έναν ανομολόγητο λυρισμό με μια δεδηλωμένη στοχαστικότητα, ο Τίτος Πατρίκιος αναζητά στο έργο του την ενότητα του ανθρώπου, στις πιο καθημερινές του στιγμές, και καταγράφει, τελικά, τις ποικίλες ανατροπές που διαρκώς τη μεταθέτουν, χωρίς ποτέ εντούτοις να την καταργούν οριστικά. Τα έργα του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος.
Η Κική Δημουλά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1931. Σύζυγος του ποιητή Άθου Δημουλά. Εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος από το 1949 έως το 1973. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με τη συλλογή Ποιήματα. Το σύνολο των ποιητικών συλλογών της εκδόθηκε το 1998 σε Συγκεντρωτική έκδοση από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Εξέδωσε επίσης τα «Εκτός Σχεδίου» πεζά κείμενα το 2004, ενώ το 2010 κυκλοφόρησε η καινούργια ποιητική συλλογή της “Τα εύρετρα” (Εκδ. Ίκαρος). Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Σουηδικά, τα Γαλλικά, τα Αγγλικά, τα Ισπανικά, τα Δανέζικα, τα Γερμανικά, τα Ιταλικά και τα Σέρβικα.
Έχει τιμηθεί με το Β Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Το Λίγο του Κόσμου» (1971), με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Χαίρε Ποτέ» (1988), με το Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη από την Ακαδημία Αθηνών για τη συλλογή «Η Εφηβεία της λήθης» (1974) και με το Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της το 2001. Το 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην Τάξη των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών.
Στις 13 Μαρτίου 2010 απονεμήθηκε στην Κική Δημουλά το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του ποιητικού και του πεζού έργου της, ενώ τον Μάιο του 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της από τον υπουργό Πολιτισμού Παύλο Γερουλάνο. Στη βράβευσή της, η οποία έγινε κατά τη διάρκεια της τελετής απονομής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2010, η ποιήτρια δήλωσε: «Η ποίηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εμφύτευση της γλώσσας στα δεινά».
Όπως γράφει ο Αλέξης Ζήρας στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Πατάκης, 2007) “Μερικά από τα πιο ιδιότυπα γνωρίσματά της είναι: η ευρηματική ευχέρειά της (που υπήρξε οδηγός για πολλούς από τους νεότερους ποιητές)• τα εσκεμμένα οξύμωρα που εμφανίζονται διαρκώς στους στίχους της, με τις σφοδρά αντίδρομες, πολλές φορές, σημασίες τους και που ενισχύουν κατακόρυφα την αίσθηση ότι η εφηβική αθωότητα και η ομορφιά χάνονται στην αμορφία της πόλης και του περιβάλλοντος• τέλος, η συχνότατη προσωποποίηση του χρόνου και των συμβολικών του προεκτάσεων”, ενώ ο Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σίδνεϋ Βρασίδας Καραλής σχολιάζει: «Η ώριμη ποίηση της Κικής Δημουλά μετατόπισε τον νεοελληνικό ποιητικό λόγο σε μια καινούργια διάσταση γραφής. Βιώνοντας το δράμα της υπαρξιακής διάλυσης του μεταπολεμικού ανθρώπου και ταυτόχρονα το αδιέξοδο ενός κόσμου που έχει χάσει το χάρισμα της πίστης, η ποίησή της χαρτογράφησε ένα κόσμο χωρίς βεβαιότητες και εστίες, ένανκόσμομέσα στον οποίο ο ποιητής για να υπάρξει έπρεπε να καταδυθεί στις θεμελιακές δυνάμεις της δημιουργικής πράξης και να παρέμβει καθοριστικά στην λογική τους. Έτσι η γραφή της Δημουλά έστρεψε την γραμματική της ελληνικής γλώσσας εναντίον της σημασίας των λέξεων της, επιχειρώντας να ενδυναμώσει το συγκινησιακό απόθεμα του στίχου μέσα από την έκπληξη και τον αιφνιδιασμό. Όλοι οι στίχοι της υπαινίσσονται την στερεότητα ενός κόσμου που δεν τον βλέπουν τα μάτια αλλά που φανερώνεται ακέραιος μέσα από την φαντασιακή ανασυγκρότησή του εντός του ποιήματος ως οργανικού συνόλου».
Από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς ποιητές, ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928 και μεγάλωσε σε καλλιτεχνικό περιβάλλον. Οι γονείς του ήταν ηθοποιοί και η αδελφή του πατέρα του ήταν η ποιήτρια Λιλή Ιακωβίδη. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και άσκησε για μια περίοδο το επάγγελμα του δικηγόρου. Στην Κατοχή πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Υπηρέτησε τη θητεία του στη Μακρόνησο και έπειτα εξορίστηκε στον Αι-Στράτη. Στη συνέχεια έζησε στην Αθήνα ως αδειούχος εξόριστος. Σπούδασε κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού με τον Λυσιέν Γκολντμάν και εργάστηκε ως ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας (CNRS).
Υπήρξε από τους ιδρυτές του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης και συμμετείχε στη συντακτική επιτροπή του επί μία πενταετία. Μετά από μια σύντομη παραμονή στην Ελλάδα, οπότε και εργάστηκε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, αναγκάστηκε να επιστρέψει λόγω της δικτατορίας στο Παρίσι, όπου ανέπτυξε δράση ενάντια στη Χούντα. Συνέγραψε πολλά κοινωνιολογικά έργα, ως επί το πλείστον στα γαλλικά και εργάστηκε σε οργανισμούς του ΟΗΕ στο Παρίσι και στη Ρώμη (Unesco, FAO). Από το 1975 που επέστρεψε στην Ελλάδα εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και μεταφραστής λογοτεχνίας. Το 1982 επανήλθε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και εργάστηκε επίσης στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών.
Η πρώτη εμφάνιση του Τίτου Πατρίκιου στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό Ξεκίνημα της Νιότης, ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο Χωματόδρομος, για την οποία ο Νικηφόρος Βρεττάκος έγραψε: «Το ποιητικό του ταμπεραμέντο έχει τη σφραγίδα της γνησιότητας. Η φωνή του μας ζεσταίνει. Το ταλέντο του είναι δεμένο με το χώμα και με την ψυχή, με τους ανθρώπους και με την ατμόσφαιρα της εποχής του. Έχει οξύ βλέμμα, αναπτυγμένο αισθητήριο, έχει την ικανότητα να δημιουργεί ικανοποιητικές προεκτάσεις με τα πιο απλά μέσα».
Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία, ενώ έχει γράψει πολλά μικρά δοκίμια για τη λογοτεχνία, τη μετάφραση αλλά και την πολιτική τους διάσταση. Μολονότι, όπως δήλωσε κάποτε ο ίδιος, «το στοίχημα της ζωής του» ήταν να γίνει ποιητής, εξίσου σημαντική πρέπει να θεωρηθεί και η παρέμβασή του σε ζητήματα πολιτικής, αφού υπήρξε ένας από τους πιο τολμηρούς στοχαστές που διαθέτουμε.
Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Ειδικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, ενώ τον Μάρτιο του 2011 αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Εναλλάσσοντας έναν ανομολόγητο λυρισμό με μια δεδηλωμένη στοχαστικότητα, ο Τίτος Πατρίκιος αναζητά στο έργο του την ενότητα του ανθρώπου, στις πιο καθημερινές του στιγμές, και καταγράφει, τελικά, τις ποικίλες ανατροπές που διαρκώς τη μεταθέτουν, χωρίς ποτέ εντούτοις να την καταργούν οριστικά. Τα έργα του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος.
Η Κική Δημουλά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1931. Σύζυγος του ποιητή Άθου Δημουλά. Εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος από το 1949 έως το 1973. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με τη συλλογή Ποιήματα. Το σύνολο των ποιητικών συλλογών της εκδόθηκε το 1998 σε Συγκεντρωτική έκδοση από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Εξέδωσε επίσης τα «Εκτός Σχεδίου» πεζά κείμενα το 2004, ενώ το 2010 κυκλοφόρησε η καινούργια ποιητική συλλογή της “Τα εύρετρα” (Εκδ. Ίκαρος). Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα Σουηδικά, τα Γαλλικά, τα Αγγλικά, τα Ισπανικά, τα Δανέζικα, τα Γερμανικά, τα Ιταλικά και τα Σέρβικα.
Έχει τιμηθεί με το Β Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Το Λίγο του Κόσμου» (1971), με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Χαίρε Ποτέ» (1988), με το Βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη από την Ακαδημία Αθηνών για τη συλλογή «Η Εφηβεία της λήθης» (1974) και με το Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της το 2001. Το 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην Τάξη των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών.
Στις 13 Μαρτίου 2010 απονεμήθηκε στην Κική Δημουλά το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του ποιητικού και του πεζού έργου της, ενώ τον Μάιο του 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της από τον υπουργό Πολιτισμού Παύλο Γερουλάνο. Στη βράβευσή της, η οποία έγινε κατά τη διάρκεια της τελετής απονομής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2010, η ποιήτρια δήλωσε: «Η ποίηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εμφύτευση της γλώσσας στα δεινά».
Όπως γράφει ο Αλέξης Ζήρας στο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Πατάκης, 2007) “Μερικά από τα πιο ιδιότυπα γνωρίσματά της είναι: η ευρηματική ευχέρειά της (που υπήρξε οδηγός για πολλούς από τους νεότερους ποιητές)• τα εσκεμμένα οξύμωρα που εμφανίζονται διαρκώς στους στίχους της, με τις σφοδρά αντίδρομες, πολλές φορές, σημασίες τους και που ενισχύουν κατακόρυφα την αίσθηση ότι η εφηβική αθωότητα και η ομορφιά χάνονται στην αμορφία της πόλης και του περιβάλλοντος• τέλος, η συχνότατη προσωποποίηση του χρόνου και των συμβολικών του προεκτάσεων”, ενώ ο Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σίδνεϋ Βρασίδας Καραλής σχολιάζει: «Η ώριμη ποίηση της Κικής Δημουλά μετατόπισε τον νεοελληνικό ποιητικό λόγο σε μια καινούργια διάσταση γραφής. Βιώνοντας το δράμα της υπαρξιακής διάλυσης του μεταπολεμικού ανθρώπου και ταυτόχρονα το αδιέξοδο ενός κόσμου που έχει χάσει το χάρισμα της πίστης, η ποίησή της χαρτογράφησε ένα κόσμο χωρίς βεβαιότητες και εστίες, ένανκόσμομέσα στον οποίο ο ποιητής για να υπάρξει έπρεπε να καταδυθεί στις θεμελιακές δυνάμεις της δημιουργικής πράξης και να παρέμβει καθοριστικά στην λογική τους. Έτσι η γραφή της Δημουλά έστρεψε την γραμματική της ελληνικής γλώσσας εναντίον της σημασίας των λέξεων της, επιχειρώντας να ενδυναμώσει το συγκινησιακό απόθεμα του στίχου μέσα από την έκπληξη και τον αιφνιδιασμό. Όλοι οι στίχοι της υπαινίσσονται την στερεότητα ενός κόσμου που δεν τον βλέπουν τα μάτια αλλά που φανερώνεται ακέραιος μέσα από την φαντασιακή ανασυγκρότησή του εντός του ποιήματος ως οργανικού συνόλου».
Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011 στις 20:00 μ.μ., Είσοδος ελεύθερη
Πηγή: in.gr