Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

16 Ιουλ 2018

Ευχή, Γεωργία Δεληγιαννοπούλου



Να αποκαταστήσουμε τη μάνα μας...
Αυτή που γίναμε
Κι αυτή που δεν έχουμε γίνει ακόμα
Αυτή που στην κοιλιά της κλωτσούσαν μπρατσάκια και πατούσες
Κι άλλαζε θέση το σπάργανο που μετά αναζητούσε μόνο μάτια
Όλη η ζωή ξετυλίγεται σε δυο μάτια
Για δυο μόνο μάτια
Για ένα βλέμμα που χορεύουν δυο σπίθες φωτιάς
Τα μάτια της μάνας τα μάτια
Που τρυπάνε
 το πιο πονεμένο βάθος
Αυτό το βάθος
 που σε γέννησε  φως μου
Που με ξέσκισε και μ’ ανάστησε
Που μ’ αγκάλιασε όταν δεν είχα καμία ελπίδα

Να αποκαταστήσουμε τη μάνα
Κι αυτή που δεν κοίταξε
Κι αυτή που δεν χάιδεψε
Κι αυτή που λύγισε και δεν τα κατάφερε
Κυρίως αυτή
Τη μάνα που έσφαλε
Κι αυτή που παρέδωσε τη μουγκή της κόρη στον πόλεμο
Κι αυτή που διαμέλισε ένα φτωχό κουφάρι από μανία θεού
Κι αυτή που σκότωσε τα παιδιά της και δραπέτευσε στο χρόνο
Κι αυτή που τόσο πολύ χλευάστηκε γιατί σε γέννησε
Και με γέννησε
 
Μοιράστηκε αίμα μαζί σου κι οξυγόνο
άνοιξε ακούσια την
 πόρτα της τύχης  σου
Τον Μουσαίο στάλαξε αντί φιλί
 στη γλώσσα
Κι από τους πόρους του κορμιού της ξεδάκρυσε αυτό το αρχαία ρίγος
Άλλων μανάδων την κραυγή κι άλλων παιδιών τα πάθη
Κι άλλων προγόνων τόσα δόρατα και ραγισμένος ζωές

Να αποκαταστήσουμε τη μάνα
Εκεί στην θάλασσα ψηλά
Να την
 οιστροδοτεί ακμαίος Ποσειδώνας
Να οργιάζει μαζί της
 ο Αίολος
Κι εκείνη να χύνει ιάματα
 
Από τις θηλές
 της γαλαξίες
Στον κόλπο της να στροβιλίζονται ήλιοι ηδονής
Και το ακατόρθωτο μέσα στη γλώσσα της πάντα κατορθωτό
Άλλοτε φιλί άλλοτε πάλη
 
Άλλοτε απ’ το έρκος ράβδισμα
 με το χρυσό μαστίγιο του φύλου

Στο Νάμα
 το Άπαν της μάνας μου
Να αποκατασταθεί
Στη θάλασσα βουτηχτής
Στο νέκταρ των απόκρυφων φιλιών ερέτης
Φωτίτσα στο ανθρώπινο «ξανά»