Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

31 Οκτ 2018

Έμιλυ Ντίκινσον, Επιστολή 265 προς τον κ. Χίγκινσον, 7 Ιουνίου 1862

Αγαπητέ φίλε.
    Το γράμμα σας δεν μου προκάλεσε Μέθη, επειδή έχω ξαναδοκιμάσει Ρούμι – το Ντομίνγκο δεν έρχεται παρά μόνο μια φορά – ωστόσο απολαύσεις μεγάλες σαν τη γνώμη σας ελάχιστες δοκίμασα, κι αν προσπαθούσα να σας ευχαριστήσω, δάκρυα θα μου 'δεναν τη γλώσσα –
    Ο Δάσκαλός μου όταν πέθαινε μου είπε πως θα 'θελε να ζήσει μέχρι να γίνω ποιήτρια, μα ο Θάνατος έμοιαζε πολύ με Όχλο και δεν μπορούσα να του επιβληθώ – τότε – Κι όταν πολύ αργότερα – ένα απρόσμενο φως στους Οπωρώνες, ή μια καινούρια λόξα του αγέρα μου αποσπούσε την προσοχή – ένιωθα μια παραλυσία, εδώ – που οι Στίχοι απλά ανακουφίζουν –
    Το δεύτερο γράμμα σας με εξέπληξε, και για μια στιγμή, ταλαντεύτηκα – δεν το θεωρούσα πιθανό. Το πρώτο σας – δεν προκάλεσε ατίμωση, επειδή οι Αληθείς – δεν ντρέπονται – σας ευχαρίστησα για την αμεροληψία σας – μα δεν μπορούσα να εγκαταλείψω τα Κουδουνάκια που με το καμπάνισμα τους κατασίγαζαν την Περιπλάνησή μου – Ίσως το Βάλσαμο, φάνηκε καλύτερο, επειδή πρώτα, με αφαιμάξατε.
    Χαμογελώ στην υπόδειξή σας να καθυστερήσω να «δημοσιεύσω» — αφού κάτι τέτοιο είναι τόσο αλλότριο στη σκέψη μου, όσο και το Ουράνιο Στερέωμα στο Πτερύγιο του Ψαριού –
    Αν μου ανήκε η φήμη, δεν θα μπορούσα να της διαφύγω – αν όχι, κι η μεγαλύτερη μέρα δεν θα μου έφτανε για το κυνήγι της – κι η επιδοκιμασία του Σκύλου μου, θα με εγκατέλειπε – έτσι – Η θέση μου στο Ξυπόλητο Τάγμα είναι καλύτερη –
Βρίσκετε το μέτρο μου «σπασμωδικό» — βρίσκομαι σε κίνδυνο – Κύριε –
    Με βρίσκετε «ανεξέλεγκτη» — δεν έχω κανένα «Δικαστήριο».
Θα είχατε λίγο χρόνο να γίνετε ο «φίλος» που νομίζετε πως χρειάζομαι; Είμαι μικρή το δέμας – δεν θα 'πιανα και πολύ χώρο στο Γραφείο σας – ούτε θα έκανα πολύ Σαματά σαν το Ποντίκι, που  τους Διαδρόμους σας –
    Αν μου επιτρέπατε να σας φέρνω αυτά που κάνω – όχι τόσο συχνά που να σας σκοτίζω – και να σας ρωτώ αν το είπα ξεκάθαρα – αυτό θα ήταν έλεγχος, για εμένα —
    Ο Ναύτης δεν βλέπει το Βορρά – μα ξέρει πως η Βελόνα μπορεί –
«ἐξέτεινας χεῖράς   εν τη σκοτία»  κι εναποθέτω το δικό μου, και τρέπομαι σε φυγή – δεν έχω κανέναν Σάξονα τώρα –
…    
    Μα, θα γίνετε ο Μέντοράς μου, κ. Χίγκινσον;
                                                                                                                        Η φίλη σας
    Ε. Ντίκινσον

    Μετάφραση:  Φρόσω Μαντά